Τι Σχολείο Θέλουμε; – Άννα Παππά – Επιστημονικός Σύμβουλος Εκδόσεων Φυλάτος.
«Τι σχολείο θέλουμε;» Ποιοι; Οι νέοι άνθρωποι ή οι εκπαιδευτικοί ή η πολιτεία;
Τις τελευταίες δεκαετίες όλες οι μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν έγιναν με γνώμονα τον μαθητή, αλλά όλους τους υπόλοιπους παράγοντες που εμπλέκονται στον τομέα της παιδείας.
Η παιδεία από παιδοκεντρική και πολυτισμικοκεντρική μετατρέπεται σταδιακά σε οικονομικοκεντρική. Η γνώση γίνεται εμπόρευμα και οι μαθητές προτρέπονται να αγοράσουν γνώση που έχει άμεσο πρακτικό και οικονομικό αντίκρισμα. Το «καλό σχολείο» είναι αυτό που μοιάζει με φροντιστήριο, που τυποποιεί τις γνώσεις και προωθεί την «ωφέλιμη και χρήσιμη γνώση», για να κερδίσει ο μαθητής μια θέση στο πανεπιστήμιο, φτάνοντας στην «πτυχο-λαγνεία».
Οι διεθνείς εξελίξεις στην εκπαίδευση επικαλούνται την παγκοσμιοποίηση ως νομιμοποιητικό επιχείρημα για τις αλλαγές που επιχειρούνται. Έτσι στις συνθήκες της κοινωνίας του ανταγωνιστικού ατομικισμού και της κατανάλωσης, η εκπαίδευση προσαρμόζεται ανάλογα. Το χαρακτηριστικό είναι η εγκατάλειψη της γενικής παιδείας. Στόχος είναι να επιτευχθεί περισσότερο κέρδος, σε όλο και διευρυμένες αγορές, με όλο και πλέον παραγωγικότερο και αποδοτικότερο τρόπο. Τα κριτήρια της επικερδούς επιχείρησης επιβάλλονται σταδιακά και στην εκπαίδευση. Δεν είναι τυχαία η επαγγελματοποίηση της εκπαίδευσης και η συρρίκνωση της γενικής παιδείας.
Αν εγκαταλείψουμε την παιδεία και περιοριστούμε αποκλειστικά στην επαγγελματική τεχνολογική εκπαίδευση, τότε σε λίγα χρόνια δε θα έχουμε καινούρια τεχνολογία, διότι η τεχνολογική πρόοδος προϋποθέτει βασική επιστημονική έρευνα που επιδιώκεται χωρίς βραχυπρόθεσμους χρησιμοθηρικούς σκοπούς.
Η επαγγελματική εκπαίδευση στενεύει τους ορίζοντες μας και μας κατευθύνει προς την εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου, ενώ η παιδεία διανοίγει τους ορίζοντές μας και μας δίνει μια πλατιά και μακροπρόθεσμη προοπτική για τον κόσμο και τη ζωή μας.
Πώς μέσα σ’ αυτήν την εξοντωτική ανταγωνιστική διαδικασία, θα μάθουν οι νέοι άνθρωποι να διατυπώνουν άποψη, να σκέφτονται διαφορετικά; Σε τι είδους άνθρωπο θέλει να στοχεύει το σχολείο και για ποια κοινωνία τον προορίζει;
Οι λαοί της Ευρώπης οραματιζόμαστε να ενωθούμε σε μια πελώρια Πολιτεία ισχυρή, πολυπολιτισμική, δημοκρατική, πολυεθνική, πολυγλωσσική, με ποικιλία θρησκευμάτων, πολιτικών πεποιθήσεων, σε μια πελώρια κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων, όπου κανένας δεν θα καταπιέζει κανέναν, όπου όλες οι γλώσσες θα είναι παρούσες και όλοι οι πολιτισμοί.
Με οδηγό την ελευθερία του ανθρώπου, είναι σαφές ότι οι σχεδιαστές των προγραμμάτων δεν θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν την εκπαίδευση για να υπηρετήσουν σκοπιμότητες, αλλά αντίθετα η φιλοσοφία των προγραμμάτων τους να υποστηρίζει ότι η Εκπαίδευση πρέπει να είναι ο άνθρωπος και η παιδεία του.
Αυτό αποτελεί την πεμπτουσία της παιδείας και τη συναίρεση όλων των στόχων της εκπαίδευσης. Το σχολείο πρέπει να μαθαίνει στο μαθητή πώς να μαθαίνει, πώς να χρησιμοποιεί αυτά που μαθαίνει.
Ο μαθητής της Ελλάδας, θέλει το σχολείο που θα διδάσκει στον νέο άνθρωπο τη γνώση, τη σκέψη, τον λόγο, την τέχνη όχι για να γίνει πανεπιστήμων με τη γνώση, φιλόσοφος με τη σκέψη, λογοτέχνης με το λόγο, καλλιτέχνης με την τέχνη, αλλά για να ολοκληρωθεί και να ελευθερωθεί.
Να γίνει ένας ελεύθερος νέος άνθρωπος που θα γεννηθεί μέσα από ένα ανθρώπινο εκπαιδευτικό σύστημα, νέος με κριτική και ευέλικτη σκέψη, δημιουργικός και με ερευνητικό πνεύμα και να είναι παράλληλα ο νέος άνθρωπος της Ενωμένης Ευρώπης, ο νέος πολίτης μιας Ευρώπης που θα πρωταγωνιστήσει και θα διαδραματίσει ρόλο συ-ρυθμιστή στην πορεία του κόσμου του μέλλοντος.
Η καλή γνώση της γλώσσας και η καλή χρήση του προφορικού λόγου δίνει τη δυνατότητα σε ένα νέο να κατανοεί πλήρως και να αξιοποιεί σωστά τις προσλαμβάνουσες γνώσεις στην καθημερινή ζωή του. Η εξοικείωση με τη μελέτη – ανάγνωση τον βοηθά να χρησιμοποιεί τις πηγές πληροφόρησης, να αξιολογεί τις πληροφορίες, να διευρύνει τους ορίζοντές του. Μολονότι σήμερα το ποσοστό των αναλφάβητων μειώνεται συνεχώς, δεν συμβαίνει το ίδιο με εκείνο των λειτουργικά αναλφάβητων.
Η γνώση και η κατανόηση της λογικής των μαθηματικών ασκεί την κριτική σκέψη και οξύνει τον νου, γεγονός που βοηθά στην καλύτερη διαχείριση των προσωπικών και επαγγελματικών προβλημάτων και διλημμάτων. Στο ίδιο πλαίσιο , οι φυσικές επιστήμες βοηθούν τον μαθητή να μετουσιώνει τη σχολική γνώση σε καθημερινή πρακτική, να λύνει προβλήματα, να είναι αποτελεσματικός. Βέβαια το παράθυρο στο σύγχρονο κόσμο το ανοίγει η καλή γνώση ξένων γλωσσών και η χρήση υπολογιστών.
Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι πλουραλιστικές και πολυπολιτισμικές. Απαιτείται επομένως από άποψης σκοποθεσίας να υπάρχει διπλή στόχευση : αφενός να αναπτυχθεί η ικανότητα κατανόησης του «διαφορετικού» ή του «ξένου» και να καλλιεργηθεί η ανοχή για συνανθρώπους με διαφορετικές πεποιθήσεις, άλλο θρήσκευμα, διαφορετικό φυλετικό προσδιορισμό και αφετέρου να δοθούν ταυτόχρονα στη νέα γενιά γνώμονες προσανατολισμού και κριτήρια επιλογής με σημείο αναφοράς βασικά στοιχεία εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας.
Άλλωστε, ο δημοκρατικός τόπος πολιτικής οργάνωσης και ζωής στις σύγχρονες κοινωνίες απαιτεί εθισμό της νέας γενιάς, με απόκτηση πρακτικών εμπειριών και όχι θεωρητικά, στις δημοκρατικές διαδικασίες, δηλαδή διάλογο, σεβασμό της άποψης του άλλου, συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, αίσθημα ευθύνης.
Απαιτείται λοιπόν, να οργανωθεί και να συντονιστεί η διαδικασία μάθησης, συνυπολογίζοντας τις ανάγκες, τις εμπειρίες και την πρωτοβουλία του μαθητή. Πρέπει να αναπτυχθούν μαθησιακές προσεγγίσεις, διδακτικές και μαθησιακές διαδικασίες κοινωνικού εγγραμματισμού, οι οποίες θα επεκτείνουν τις ατομικές και κοινωνικές εμπειρίες των παιδιών.
Ο κοινωνικός εγγραμματισμός, ο οποίος δεν είναι απλώς η ικανότητα κατανόησης ενός πολύπλοκου κόσμου, αλλά είναι μια διαδικασία η οποία εμπεριέχει δραστηριότητες κοινωνικής δράσης, με καλλιέργεια δεξιοτήτων, στηρίζεται σε μια πολυεπίπεδη παιδαγωγική πρακτική.
Ο μαθητής συγκροτεί τη γνώση ενεργώντας και τροποποιώντας την πραγματικότητα και «κανένας δεν μπορεί να μάθει στο παιδί γράμματα». Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τα μάθει μόνο του, καθόσον η μάθηση δεν προσφέρεται, αλλά καταχτιέται από το άτομο που μαθαίνει. Το παιδί είναι ον ενεργητικό, που η δράση του ορίζεται από το νόμο του ενδιαφέροντος ή της ανάγκης.
Όλη αυτή η διαδικασία της ένταξης των βιωματικών καταστάσεων στη σχολική ζωή και της μετάλλαξής τους σε διδακτικές δραστηριότητες, υλοποιείται στα πλαίσια μιας επικοινωνιακής σχέσης ανάμεσα στα μέλη της διδακτικής ομάδας. Πρόκειται για μια σχέση που τη χαρακτηρίζει ισότιμη ανταλλαγή απόψεων, που βοηθάει τις ομάδες να διαμορφώσουν μια τελική άποψη και να προβούν στη λήψη αποφάσεων σχετικών με το μάθημα (οργάνωση – σχεδιασμός – διεξαγωγή – αξιολόγηση).
Διδακτικές διαδικασίες, που αλλάζουν τελείως την ατμόσφαιρα του παραδοσιακού σχολείου και προσφέρει το σχολείο παιδεία και μάθηση που θα προσφέρει ίσες ευκαιρίες και φυσικά δε θα σημαίνει κυρίως μετάδοση γνώσεων, αλλά «αλληλεπίδραση με το περιβάλλον» και «διαδικασία αντιμετώπισης των γεγονότων μέσα στο περιβάλλον του ανθρώπου».
Οι μαθητές μπορούν να συμμετέχουν σε διάφορες δραστηριότητες, όπως να αναπτύσσουν διάλογο με τους συμμαθητές τους, να τους ακούν, να γράφουν, να διαβάζουν και να σκέπτονται σε ατομικό επίπεδο.
Οι μαθητές εμπλέκονται σε διαδραστικές ενέργειες, ενώ ταυτόχρονα μαθαίνουν και εφαρμόζουν την ύλη του μαθήματος.
Δημιουργούνται αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μαθητών. Οι αλληλεπιδράσεις είναι προσεχτικά δομημένες, ώστε να επιτρέπουν τη θετική αλληλεξάρτηση, την ατομική υπευθυνότητα, τη διάδραση σε προσωπικό επίπεδο, την κατάλληλη χρήση των διαπροσωπικών δεξιοτήτων, όπως ηγετικές ικανότητες, επικοινωνία, ομαδικό πνεύμα και επίλυση διαφορών και την τακτική αυτοαξιολόγηση του τρόπου λειτουργίας της ομάδας.
Με βάση τα παραπάνω τα σημεία η έρευνα και ανάπτυξη σε διεθνές επίπεδο επικεντρώνονται :
Στην ανάπτυξη της υποδομής (ιδιαίτερα στη διασύνδεση σχολείων στο Internet, γρήγορα δίκτυα), και του περιεχομένου σε μαθησιακό υλικό εκπαίδευσης και κατάρτισης σε βασικά θέματα πληροφορικής και μηχανογράφησης, με στόχο είναι να γίνει ο σύγχρονος μαθητής και άνθρωπος-εργαζόμενος digital literate.
Στην ανάπτυξη της δια-βίου κατάρτιση σε βασικές γνώσεις πληροφορικής που πολλοί εργαζόμενοι δεν έχουν και στην κατάρτιση σε εξειδικευμένα εργασιακά θέματα. Με την ενοποίηση του Ευρωπαϊκού εργασιακού χώρου είναι μεγάλης σημασίας η μαθησιακά αποδοτική και αποτελεσματική κατάρτιση.
Στην κατάρτιση του διδακτικού προσωπικού ώστε να μπορεί αποδοτικά να εισάγει προηγμένες μαθησιακές τεχνολογίες στη καθημερινή εκπαιδευτική πραγματικότητα.
Στην προτυποποίηση των χαρακτηριστικών του ψηφιακού υλικού (meta data), του περιεχομένου του εκπαιδευτικού λογισμικού, συμπεριλαμβανομένων και εκπαιδευτικών εργαλείων, της αρχιτεκτονικής ολοκληρωμένων μαθησιακών περιβαλλόντων, και της διαδικασίας ανάπτυξης ψηφιακού μαθησιακού υλικού και προϊόντων.
Στην ανάπτυξη διαθεματικού και πολύγλωσσου μαθησιακού υλικού σύμφωνο με διεθνή πρότυπα και τις μοντέρνες παιδαγωγικές μεθόδους. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη διατήρηση και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς με ποικίλους τρόπους.
Στην ανάπτυξη ολοκληρωμένων μαθησιακών περιβαλλόντων (integrated learning environment) με βάση τα διεθνή πρότυπα για την ενσωμάτωση του μαθησιακού υλικού που αναπτύσσεται και για την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης της μαθησιακής διαδικασίας. Κεντρικό ζήτημα εδώ είναι η εξασφάλιση της δυνατότητας της παροχή του μαθησιακού υλικού μέσα από ομοιογενές περιβάλλον που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες μελέτης, πληροφόρησης, αξιολόγησης, διοίκησης και διαχείρισης της διδακτικής διαδικασίας και θα αφορά όλους τους εμπλεκόμενους στη διαδικασία αυτή, μαθητές-καταρτιζόμενους, εκπαιδευτές, διαχειριστές τεχνολογίας, διευθυντές σπουδών.
Στην υλοποίηση μεγάλης κλίμακας προγραμμάτων και πειραμάτων στη χρήση του Internet και του Web στην εκπαίδευση και κατάρτιση. Κάθε πρόγραμμα προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα: οικονομία κλίμακας, αποδοτικές τεχνικές, μέθοδοι και μεθοδολογίες ανάπτυξης μαθησιακών προϊόντων, μαθησιακή αποτελεσματικότητα των τεχνολογιών.
Δημιουργία εικονικών (virtual) εργαστηρίων, πανεπιστημίων, εκπαιδευτικών κέντρων. Με συμπράξεις εκπαιδευτικών κέντρων, πανεπιστημίων, ινστιτούτων κατάρτισης, εκδοτικών οίκων, παραγωγικών φορέων, γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστούν ανοικτά περιβάλλοντα μάθησης και κατάρτισης και να ενισχυθεί η εικονική μετακίνηση εκπαιδευομένων και εκπαιδευτών (virtual mobility).
Δημιουργία Κέντρων Προηγμένων Μαθησιακών Τεχνολογιών, που σκοπό έχουν να υποστηρίξουν τις διαδικασίες ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογιών σε εκπαιδευτικά κέντρα όπου στεγάζονται αλλά και να προάγουν τη συνεργατική έρευνα και ανάπτυξη στο χώρο αυτό.
Άννα Παππά
Δασκάλα – Συγγραφέας Παιδαγωγικών Βιβλίων- Επιστημονικός Σύμβουλος Εκδόσεων Φυλάτος.
Η Άννα Δ. Παππά γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1963. Προέρχεται από οικογένεια διακεκριμένων δασκάλων.Είναι αριστούχος απόφοιτος τόσο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, όσο και του Παιδαγωγικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Eξειδικεύτηκε στην «Οργάνωση και Διοίκηση Σχολικών Μονάδων» στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.Από τα φοιτητικά της χρόνια ασχολήθηκε με τη λαογραφική έρευνα και δημοσίευσε σειρά άρθρων λαογραφικού, ηθογραφικού και παιδαγωγικού ενδιαφέροντος.Έκανε συνείδηση και πράξη τη «δια βίου μάθηση» και έλαβε αριθμό άλλων επιμορφώσεων σε θέματα παιδαγωγικά, πληροφορικής και διδακτικής. Μόνιμα εστιάζει το ενδιαφέρον της στο θεατρικό παιχνίδι, δραματοποίηση.Διετέλεσε επιμορφώτρια του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Αθηνών σε θέματα που σχετίζονται με τις συμμετοχικές δημιουργικές δραστηριότητες στην Ευέλικτη Ζώνη. Την τελευταία δεκαετία συμμετέχει ως επιμορφώτρια σε σεμινάρια διδακτική και ανάπτυξης της συναισθηματικής νοημοσύνης, καθώς και για την εφαρμογή στην πράξη διαθεματικής και διαφοροποιημένης διδασκαλίας.Επί δύο και πλέον δεκαετίες διδάσκει όλα τα μαθήματα καθημερινά με ευέλικτο και διαθεματικό τρόπο.Τέλος, είναι παντρεμένη και έχει δύο, αριστούχους, γιους.
Πιστεύω της είναι ότι όλα τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να μάθουν πως να μαθαίνουν και να αποκτούν δεξιότητες.
Τα ευτυχισμένα παιδικά χρόνια διαρκούν μια ολόκληρη ζωή!!
Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά την αγορά, να επισκέπτεται οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.