Με λένε Ευρώπη.
Σχολιάζει η ιστορικός, Λεύκη Σαραντινού.
Ο Γκαζμέντ Καπλάνι είναι ένας από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους συγγραφείς που κατορθώνουν να γράψουν υπέροχα, απλά κα κατανοητά σε μία γλώσσα η οποία δεν είναι η μητρική τους. Ο Γκαζμέντ γεννήθηκε στην Αλβανία, αλλά έχει γράψει ήδη τέσσερα μυθιστορήματα στην ελληνική γλώσσα, στη γλώσσα της χώρας στην οποία κατοίκησε επί είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια.
Τόσο στο «Ημερολόγιο μικρών συνόρων», όσο και στο πόνημα για το οποίο θα μιλήσουμε εδώ, με τίτλο «Με λένε Ευρώπη», ο Καπλάνι καταθέτει τις δικές του προσωπικές βιωματικές εμπειρίες από τη μετοίκησή του από την Αλβανία στην Ελλάδα. Και όχι μόνο όμως. Ο Καπλάνι γεννήθηκε στην Αλβανία της δικτατορίας του Ενβέρ Χότζα, επομένως έχει πολλά να μας διηγηθεί και για αυτή του την εμπειρία.
Εγκιβωτισμένες ανάμεσα στη δική του διήγηση ο Καπλάνι έχει μαρτυρίες ανθρώπων από όλο τον κόσμο, μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν την εμπειρία της μετανάστευσης και όχι πάντα από δική τους επιλογή. Ο Αμπάς από το Αφγανιστάν, η Ροζίνα από το Ιράν, ο Ένκε από την Αλβανία, ο Γκουέν από το Βιετνάμ, ο Γιώργος από τα Χανιά, η Άννα από την Αρμενία, ο Αλί από το Ιζμίρ, ο Ηλίας από το Ουζμπεκιστάν, ο Ανδρέας από τη Γαλλία, ο Αλέπο από τη Συρία, είναι όλοι τους άνθρωποι οι οποίο ακροβατούν ανάμεσα σε πολλές διαφορετικές ταυτότητες.
Πρόκειται για πολίτες του κόσμου, για ανθρώπους οι οποίοι για ποικίλους λόγους επέλεξαν-ή και αναγκάστηκαν- να αφήσουν τον τόπο τους και να μετοικήσουν αλλού, στην Ευρώπη, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής. Ο Καπλάνι καταθέτει τις δικές του εμπειρίες μετοίκησης με πολύ χιούμορ και λεπτή ειρωνεία σε ένα εξαιρετικά ευκολοδιάβαστο, αστείο, συναρπαστικό, μα βαθυστόχαστο συνάμα, πόνημα.
Πώς βλέπουν οι Έλληνες τους Αλβανούς μετανάστες στη χώρα τους; Ποια ακριβώς είναι η ψυχολογία του μετανάστη; Ποια είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει; Γιατί όλοι θέλουν τελικά να έρθουν στην Ευρώπη; Και, κυρίως, τι συμβαίνει με την εκμάθηση της νέας γλώσσας;
Ο Καπλάνι εξετάζει πολλά μεταναστευτικά ζητήματα καθαρά από τη σκοπιά της γλώσσας. Συγκρίνει την αλβανική με την ελληνική και εξηγεί στους αναγνώστες τι είδους δυσκολίες συνάντησε κυρίως από γλωσσικής απόψεως όταν αποφάσισε να μετοικήσει στη χώρα μας.
Η οπτική αυτή είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη. Οι πληροφορίες που περιέχει όμως το βιβλίο σχετικά με την ιστορία του εικοστού αιώνα είναι πραγματικά
πολύτιμες, σε παγκόσμιο επίπεδο, πληροφορίες οι οποίες εστιάζουν μάλιστα στη καθημερινότητα των ανθρώπων ανά την υφήλιο.
Εν κατακλείδι, επιχειρήστε να διαβάσετε Γκαζμέντ Καπλάνι, είναι ένας συγγραφέας που τον συνιστώ ανεπιφύλακτα. Προσέξτε όμως. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να γίνει ο αγαπημένος σας συγγραφέας.
Ο Γκαζμέντ Καπλάνι γεννήθηκε το 1967 στην πόλη Λούσια της Αλβανίας. Τον Ιανουάριο του 1991 πέρασε τα σύνορα με την Ελλάδα ως πρόσφυγας για να αποφύγει τη σύλληψη από τις μυστικές υπηρεσίες του υπό κατάρρευση κομμουνιστικού καθεστώτος. Στην Ελλάδα δούλεψε ως περιπτεράς και παράλληλα φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ολοκλήρωσε την διδακτορική του διατριβή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Από το 2001 μέχρι το 2011 ήταν τακτικός αρθρογράφος της εφημερίδας Τα Νέα. Είναι συγγραφέας τεσσάρων μυθιστορημάτων, τρία από τα οποία είναι γραμμένα απευθείας στα ελληνικά. Εκτός από αλβανικά και ελληνικά τα βιβλία του έχουν εκδοθεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, πολωνικά, ιταλικά, δανέζικα και αραβικά. Μετά από 25 χρόνια νόμιμης παραμονής στην Ελλάδα αποφάσισε –λόγω της πολυετούς άρνησης του ελληνικού κράτους να απαντήσει στην αίτησή του για ελληνική υπηκοότητα– να μεταναστεύσει οριστικά στις ΗΠΑ όπου πήγε με υποτροφία του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Σήμερα ζει στο Σικάγο, όπου διευθύνει την έδρα Αλβανικών και Νοτιοανατολικών Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο DePaul.