Ο μακρύς εικοστός αιώνας – Τ.Αρίγκι – Εκδόσεις Εστία – Βιβλιοκριτική Κώστας Α. Τραχανάς.
«Ο μακρύς εικοστός αιώνας-Χρήμα, εξουσία και οι απαρχές της εποχής
μας» Τ.Αρίγκι Εκδόσεις Εστία 2025 σελ. 512
H κρίση της Διώρυγας του Σουέζ, το 1957, θεωρείται –συμβολικά, αλλά και ουσιαστικά– το σημείο καμπής της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, η οποία δεν συνήλθε ποτέ. Ο δασμολογικός πόλεμος του Ντόναλντ Τραμπ το 2025 έχει αρχίσει να περιγράφεται από τους διεθνείς αναλυτές ως το «Σουέζ των ΗΠΑ», το σημείο που οι μακροχρόνιες παγκόσμιες αντιλήψεις για την πλέον αξιόπιστη υπερδύναμη και το πανίσχυρο νόμισμά της γκρεμίστηκαν μέσα σε μια εβδομάδα.
Για τους Βρετανούς η υπόθεση του Σουέζ είναι κάτι παραπάνω από μια μελανή σελίδα στην Ιστορία τους. Είναι το σημείο στο οποίο έπαψαν να είναι υπερδύναμη. Οι Times του Λονδίνου σημειώνουν ότι, υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, ίσως οι ΗΠΑ ζουν σήμερα μια παρόμοια κατάσταση. Ο Τραμπ οραματίστηκε ότι θα μπορούσε να κάνει τις ΗΠΑ πιο ευημερούσες και αυτοδύναμες μέσω ενός πολύ επιθετικού προστατευτισμού. Αυτό που κατάφερε, όμως, τελικά, είναι να υπογραμμίσει τα τρωτά σημεία της οικονομίας τους, να αναγκαστεί σε υποχώρηση από τους υψηλότερους δασμούς και να οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος δανεισμού.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν ένας παγκόσμιος παράγοντας σταθερότητας. Τώρα είναι ένας παγκόσμιος παράγοντας αποσταθεροποίησης. Στόχος του Τραμπ είναι η επαναβιομηχάνιση των ΗΠΑ. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το μέγα πρόβλημα για τις ΗΠΑ: Όχι μόνο η βιομηχανική τους βάση έχει εξασθενίσει ,αλλά έχουν χάσει το πλεονέκτημα να αποτελούν το «εργοστάσιο του κόσμου». Τα σκήπτρα αυτά κατέχει πλέον η Κίνα , η οποία μάλιστα διευρύνει αυτό το πλεονέκτημα με ραγδαίους ρυθμούς.
Όταν στα τέλη του 19 ου αιώνα οι ΗΠΑ επέβαλαν δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα ,για να προστατέψει της βιομηχανική τους βάση ,αυτό είχε νόημα και είχε και αποτέλεσμα, ήταν μια ανερχόμενη βιομηχανική δύναμη που ήθελε να κερδίσει χρόνο. Όταν έγινε το βιομηχανικό «εργοστάσιο του κόσμου» ,εγκατέλειψε τους δασμούς και κήρυξε το ελεύθερο εμπόριο.
Η προσφυγή στον προστατευτισμό των δασμών το 1930, έφερε καταστροφικά αποτελέσματα ,επιδεινώνοντας την κρίση που ξέσπασε το 1929.Στον μεταπολεμικό κολοφώνα της ισχύος της, η αμερικανική αυτοκρατορία ήταν ο θεματοφύλακας του παγκόσμιου εμπορίου. Η ιστορία έχει δείξει ότι για μια οικονομική αυτοκρατορία , που έχει περάσει από το ανώτερο σημείο της ισχύος της, η προσφυγή στον προστατευτισμό των δασμών μάλλον επιταχύνει την πτώση της, παρά βοηθάει στην ανάκαμψη της ισχύος της -όπως απέδειξε η εμπειρία της βρετανικής αυτοκρατορίας.
Στο βιβλίο «Ο μακρύς εικοστός αιώνας» του Τζοβάνι Αρίγκι συγκεντρώθηκαν τρία κείμενα του Ιταλού οικονομολόγου και διανοητή, στα οποία καταπιάνεται με ορισμένα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα της παγκόσμιας οικονομικής σκέψης όπως η ανάδυση της κινεζικής οικονομίας αλλά και με κλασικά θέματα πολιτικής οικονομίας όπως οι (περιοδικοί) κύκλοι κρίσεων του καπιταλισμού, τα μοντέλα συσσώρευσης πλούτου, τα αντισυστημικά κινήματα και ο ρόλος τους στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία κ.ά.
Η κεντρική θέση του Αρίγκι, πάνω στην οποία εδράζει τις επιμέρους έρευνές του, είναι ότι ο «μακρύς 20ός αιώνας» (‘The Long Twentieth Century: Money, Power And The Origins Of Our Times ήταν το εξαιρετικό βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2010, έναν χρόνο μετά τον θάνατό του), ξεκινάει από τα τέλη του 19ου αιώνα και φτάνει μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα, ταυτίζεται δηλαδή χρονικά με την ανάδυση, την άνθιση και την παρακμή της αμερικανικής εποχής στην παγκόσμια ιστορία του καπιταλισμού.
Ταυτόχρονα ο Αρίγκι θεωρεί ότι το σημαντικότερο γεγονός των καιρών μας, ακόμα σημαντικότερο κι από την πτώση του Τείχους στο Βερολίνο (που σηματοδοτεί και το τέλος του ονείρου για την «επανάσταση»…) είναι η άνοδος της κινεζικής οικονομίας την οποία επιμελώς αποφεύγει να χαρακτηρίσει «καπιταλιστική».
Στα κείμενα του παρόντος τόμου, με ύφος απλό και γραφή κατανοητή από το ευρύ κοινό προς το οποίο επιθυμεί να απευθυνθεί, ο Αρίγκι παρουσιάζει τη δική του εκδοχή για το πώς φτάσαμε στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 την οποία μόλις πρόλαβε.
Κατά την άποψή του είναι το αποτέλεσμα της στροφής του αμερικανικού κεφαλαίου προς τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες από τη στιγμή που εγκατέλειψε το εμπόριο και την παραγωγή, «καθώς η παγκόσμιας κλίμακας υλική επέκταση, θεμελιωμένη στο φορντισμό-κεϋνσιανισμό, έφτασε στα όριά της κατά τη δεκαετία του ‘80».
Η άνοδος του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού προοικονομούσε έναν δεύτερο χρυσό αμερικανικό αιώνα, μετά τον «μακρύ» 20ό, οι προσδοκίες όμως των ανθρώπων της Wall Street διαψεύστηκαν: οι ΗΠΑ κατά τον Αρίγκι μάλλον θα έχουν την πορεία που είχαν όλες οι προηγούμενες μεγάλες καπιταλιστικές αυτοκρατορίες όπως οι πανίσχυρες πόλεις- κράτη της Ιταλίας (16ος αιώνας), η αποικιοκρατική Ολλανδία (17ος αιώνας) και η γιγαντιαία Βρετανική Αυτοκρατορία (19ος αιώνας).
Μήπως βιώνουμε το «φθινόπωρο» της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεμονίας; Σ’ αυτό το κείμενο, υποστηρίζεται ότι η οικονομική κατάρρευση του 2008 αποτελεί έναν από τους πιο πρόσφατους δείκτες που επιβεβαιώνουν ότι όντως έτσι έχουν τα πράγματα. Όπως με τους Γενουάτες, τους Ολλανδούς και τους Βρετανούς πρωτύτερα, το αμερικανικό κεφάλαιο στράφηκε ολοένα και περισσότερο προς τις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες, εγκαταλείποντας το εμπόριο και την παραγωγή, καθώς η μείζων παγκόσμιας κλίμακας υλική επέκταση, θεμελιωμένη στον φορντισμό-κεϋνσιανισμό, έφτασε στα όριά της κατά την δεκαετία του ’80. Μετατοπίζοντας το ενδιαφέρον τους στις χρηματο-οικονομικές δραστηριότητες, οι ΗΠΑ πέτυχαν να προσελκύσουν κεφάλαια από ολόκληρο τον πλανήτη, χρηματοδοτώντας τόσο τη γιγάντια ανάπτυξη του χρηματιστηρίου τους όσο και την θεαματική επέκταση του στρατού τους. Η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε υπό την πίεση, ενώ οι ΗΠΑ βίωναν τη δική τους μπελ επόκ, επι της προεδρίας του Ρέιγκαν και του Κλίντον. Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η κρίση της δεκαετίας του ’70 έμοιαζε σαν μακρινή ανάμνηση, και οι προβλέψεις για έναν Δεύτερο Αμερικανικό Αιώνα γενικεύτηκαν.
Στην πραγματικότητα όμως, αυτοί που προέβλεπαν έναν επικείμενο Δεύτερο Αμερικάνικό Αιώνα, συνέχεαν το «φθινόπωρο» της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεμονίας με μια «νέα άνοιξη». Για να το θέσουμε διαφορετικά, βρισκόμαστε μπροστά στο τέλος του εκτεταμένου εικοστού αιώνα – που αρχίζει με τη χρηματο-οικονομική επέκταση του τέλους του 19 ου αιώνα, και τελειώνει μέχρι την πρόσφατη ανάλογη επέκταση, και ο οποίος ταυτίστηκε με την ανάδυση, την άνθιση και την παρακμή της αμερικάνικης εποχής στην παγκόσμια ιστορία του καπιταλισμού. Αυτό το κείμενο, επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα του εάν το «φθινόπωρο» της παγκόσμιας αμερικανικής οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος θα μπορούσε να ειδωθεί (εκ των υστέρων) ως η «άνοιξη» μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης, όπως συνέβη με τις τρείς προηγούμενες χρηματο-οικονομικές επεκτάσεις.
Ο Αρίγκι μεταφέρει και αξιοποιεί τη μαρξιστική κληρονομιά στην ερμηνεία των σύγχρονων οικονομικών γεγονότων, δεν διστάζει όμως να διαφοροποιηθεί από την παραδοσιακή ερμηνεία του Κεφαλαίου, διότι αυτός δίνει πολύ μεγαλύτερη σημασία στον παράγοντα «έθνος» ως καταλύτη στη διαμόρφωση των ενδοκαπιταλιστικών συγκρούσεων, αλλά και στον παράγοντα περιβάλλον· εδώ ο Αρίγκι κάνει μερικές πολύ σημαντικές διαπιστώσεις για τα όρια της ανάπτυξης που βασίζεται πάνω στη στυγνή, συνεχή εκμετάλλευση της φύσης.
«Ο Μακρύς εικοστός αιώνας» ανιχνεύει τη σχέση ανάμεσα στην κεφαλαιακή συσσώρευση και την κρατική συγκρότηση σε μια περίοδο 700 ετών. Ο Τζοβάνι Αρίγκι υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε ως μια διαδοχή «μακρών αιώνων», καθένας από τους οποίους γέννησε μια νέα παγκόσμια εξουσία που διασφάλιζε τον έλεγχο ενός επεκτεινόμενου παγκόσμιου οικονομικού χώρου. Μελετώντας τη διαφορετική τύχη του φλωρεντινού, του βενετικού, του γενοβέζικου, του ολλανδικού, του αγγλικού και, τέλος, του αμερικανικού καπιταλισμού, ο Αρίγκι καταλήγει σε μια εξέταση των δυνάμεων που διαμόρφωσαν και πλέον προορίζονται να υπονομεύσουν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ. Μια περιεκτική ανάλυση της εξέλιξης του παγκόσμιου καπιταλισμού και ένα αριστούργημα ιστορικής κοινωνιολογίας, ήδη κλασικό.
«Ο Μακρύς εικοστός αιώνας» είναι η χρησιμότερη αφήγηση της ιστορίας του παγκόσμιου καπιταλισμού – από τη γέννησή του, στη Μεσόγειο, μέχρι τα πέρατα της σημερινής αυτοκρατορίας των ΗΠΑ και ακόμα παραπέρα.
Για οικονομολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου, ο Ιταλός Τζιοβάννι Αρίγκι (1937- 2009) έζησε μια μάλλον συναρπαστική ζωή. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, κι αφού πήρε πτυχίο Οικονομικών από το ξακουστό Πανεπιστήμιο Bocconi του Μιλάνου, βρέθηκε στην Αφρική για να διδάξει σε αγγλόφωνα πανεπιστήμια στη Ροδεσία (σήμερα Ζιμπάμπουε) και την Τανζανία, όπου και συνδέθηκε με τα εκεί εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα και τους Αμερικανούς ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που λίγο αργότερα θα ιδρύσουν στις ΗΠΑ τους μαχητικούς Weathermen. Δεν έμεινε για πολύ στην Αφρική· απελάθηκε. Με την επιστροφή του στην Ιταλία το 1969, πέφτει πάνω στην ανάπτυξη του ακροαριστερού ρεύματος της Αυτονομίας και τους εργατικούς/φοιτητικούς αγώνες και μαζί με άλλους συντρόφους του ίδρυσε την ακραία πολιτική «Ομάδα Γκράμσι».
Συνέχισε να διδάσκει σε ιταλικά πανεπιστήμια μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και, στη συνέχεια, έζησε και δίδαξε μέχρι τον θάνατό του στο φημισμένο Fernand Braudel Center for the Study of Economies, Historical Systems, and Civilizations στο Binghamton University, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης δουλεύοντας πάνω σε μεγάλες οικονομικές και κοινωνιολογικές έρευνες με κορυφαίους επιστήμονες από τους οποίους ξεχωρίζει ο φίλος και συνεργάτης του Αρίγκι, καθηγητής Κοινωνιολογίας και διάσημος νεο-μαρξιστής Ιμάνουελ Βαλερστάιν.
Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά την αγορά, να επισκέπτεται οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.