Από ψυχής για ψυχές -Είμαι ό,τι έχω ξεχάσει; – Άγγελος Τάσκος.
Το τελευταίο μου πνευματικό παιδί που κρατώ στα χέρια μου και εκδόθηκε από τις εκδόσεις Αρμός, γράφτηκε σε δοτική πτώση. Σε ένα δόσιμο. Από ψυχής για ψυχές. Εμείς άραγε σε ποια πτώση ζούμε; Σε ποια πτώση ξαποσταίνουν οι ανάσες μας; Πάντως όχι στη δοτική. Παράλογο; Όχι. Ούτως ή άλλως ζούμε στη λογική του παράλογου χρόνια ολάκερα χρόνια. Τόσοι κόποι, τόσα άγχη για να φτάσουμε πάλι στην ίδια απαράμιλλη ζωή από την οποία φοβόμαστε να φύγουμε σαν θεριεύουν δυνατοί και πελώριοι οι εγωισμοί μας. Να φοβόμασταν τουλάχιστον απροσκύνητα; Μπα ούτε αυτό δεν μπορούμε οι περισσότεροι πλέον. Ζούμε σαν παντοδύναμα ¨τίποτα¨ σε αδύναμα ¨γιατί¨. Καθώς δυστυχώς στις μέρες μας τα ψέματά μας πλέον έχουν πεντακάθαρο το μητρώο τους. Έτσι δεν είναι; Και κάπως έτσι κυλάνε άσκοπα οι χρόνοι μας και ζούμε τις αναπαραστάσεις των ζωών μας που μας έχουν επιβάλλει. Και εγώ μας ρωτώ με απόγνωση…από τι πέθαναν οι επιθυμίες μας; Από ασιτία ή από ακινησία; Και εμείς συνεχίζουμε απρόσκοπτα, μέσα από τους ρευστούς μας φόβους μας να ψάχνουμε σημεία αναφοράς στις αλήθειες μας. Αλήθειες σαν άηχες συγγνώμες σε ηχηρούς θρήνους. Μήπως τελικά η μοναδική εκδοχή του χρόνου των ζωών μας είναι μόνο η μνήμη μας? Και εάν ναι για ποια μνήμη μιλάμε? Μήπως είμαστε εν τέλει ό, τι έχουμε ξεχάσει; Μήπως είμαστε οι ζωές που δεν ζήσαμε;
Αγαπημένοι συνοδοιπόροι διαβάζοντας κανείς τούτο το βιβλίο θα θυμηθεί ξανά πως η ζωή απλά μας δίδεται…απλά όμως και μας φεύγει. Μα εμείς τη ζούμε ως λίγοι σε όλα και λίγο από όλα, γιατί φοβόμαστε την προσπάθεια της ολοκλήρωσης των εαυτών μας. Και κάπως έτσι, μας χάνουμε. Γινόμαστε η εν-ζωή απώλειά μας. Και εγώ μας ρωτώ, η απώλεια τελικά αποσιωπά ή μας αποκαλύπτει; Φίλες , φίλοι μου, οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες τα χρόνια που μας φιλοξενούν, μας ξεπροβοδίζουν με στοργή και σοφία. Αλλά εμείς ζούμε στη στατιστική ομίχλη μας. Και αυτό γιατί οι ευθύνες που φοβόμαστε να έχουμε, κρατάνε αιχμάλωτες τις μνήμες μας. Έχουμε σκεφτεί ότι αυτά που είναι να αντιμετωπίσουμε, μας δείχνουν και το δρόμο προς τα πού πρέπει να βρισκόμαστε; Πάντως όχι στην άνεση του καναπέ μας, ειδάλλως τα ψέματα θα συνεχίζουν να ταΐζονται από τις ανοχές μας και τα ανατρέψιμα θα γίνουν αναστρέψιμα. Οπότε δεν χρειάζεται να φοβόμαστε την απώλεια στις ζωές μας, αλλά την μετάφραση που αυτή κάθε φορά θα έχει. Για να ξέρεις τουλάχιστον μέσα από αυτήν ποιος είσαι, πριν ο άλλος σου πει ποιος είσαι.
Ένα από τα πρωταρχικά θέματα που πραγματεύεται, που θίγει αυτό το συγγραφικό μου πόνημα, είναι οι φόβοι μας. Δε μιλώ για τους συνετούς, από τη ζωή δοσμένους. Αλλά για εκείνους τους άλογους, τους ασύμμετρους, τους κατασκευασμένους…τους επιβεβλημένους ως political correct. Με αυτούς τι γίνεται; Προσπαθούμε να ζήσουμε , αλλά τις περισσότερες φορές, απλά επιβιώνουμε στις εποχές μας. Λογίζουμε τους εγωιστικούς μας μικρόκοσμους για οικουμενικούς και μέσα σε αυτούς γεννοβολάμε φόβους. Για αυτό σας λέω, ας γίνετε και λίγο απείθαρχοι στους φόβους σας. Κάντε καμιά κοπάνα σε αυτούς. Θα είναι οι πιο λυτρωτικές απουσίες σας. Προσπαθούμε να ζήσουμε μόνο με τα φανερά, μα τα κρυμμένα στις ζωές μας πάντα πιότερα είναι. Κιοτεύουμε στα ανομολόγητά μας. Γεμίζουμε με απορίες τις ερωτήσεις που φοβόμαστε να κάνουμε, γιατί ξέρουμε ότι οι απαντήσεις τους θα μας ξεβολέψουν. Ξαποσταίνουμε στην ακινησία μας και κάνουμε τις αναμνήσεις μας κοντόληκτες. Όπως τα προϊόντα στα ράφια της καταναλωτικής μας μανίας. Κάνουμε αυτές μας τις αναμνήσεις χαλασμένα παιχνίδια, που δεν μπορούν πλέον να μας δώσουν χαρά. Προσπαθούμε να ζήσουμε σε τελεσίδικες εποχές που η λέξη «έκπληξη» δεν έχει πατρίδα και η φράση «δεν γνώριζα, δεν ξέρω» , έχει γίνει η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα. Και συνεχίζουμε και ζούμε στην αραίωση των ονείρων μας και στην πύκνωση των φόβων μας, στο ενδιάμεσο μιας ανάμνησης και μιας λήθης, γιατί πλέον ούτε οι μνήμες μας δεν αιματώνονται. Και ξέρεις το αίμα είναι αυτό που φέρνει το οξυγόνο στις ζωές μας, που γίναν πλέον μισοσβησμένες διαθήκες.
Μας ρωτώ : τελικά είμαστε η αδικία που δώσαμε ή η αδικία που δεχτήκαμε; Ηττημένοι ή αδιάφοροι;
Υπάρχουν φορές που οι άνθρωποι αμφισβητούν τις μνήμες τους, για να μην παίρνουν αληθινές απαντήσεις. Μα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρίς Ιστορία, χωρίς μνήμη; Υπάρχουν φορές που η ψυχική μας υγεία ορίζεται κυρίως δια της απουσίας της. Όπως και η ευτυχία, άλλωστε στις μέρες μας. Και αυτό, γιατί στοιχείο ταυτότητας του σύγχρονου βίου είναι απλά η καταξίωση του εντυπωσιασμού. Οπότε στο σέλας των αναμνήσεων που ο καθένας μας έχει, πιότερο κατοικούν στεγνές και μάταιες πληροφορίες που τις κουβαλάμε και τις συσσωρεύουμε χωρίς καν να τις διαλέγουμε. Και εμείς συνεχίζουμε να γεννάμε επιθυμίες που δεν συνειδητοποιούμε ότι τις έχει γεννήσει ο φόβος μας.
Πλέον στην εποχή μας η μνήμη προσαρμόζεται στις ανάγκες μας, αλλά σε ανάγκες που υπακούνε στους νόμους της επιβίωσης, αλλά και στις επιταγές της αγοράς. Και έτσι με αυτόν τον τρόπο εμπειρίες και μνήμες γίνονται κομμένες και ραμμένες στα γούστα του καταναλωτή-πελάτη. Και κάπου εκεί στα φυλάκια της μνήμης μου, που φιλώ σκοπιά, μπαίνω στον πειρασμό να γίνω ένας αντιρρησίας μνήμης. Γιατί οι περισσότεροι από εμάς επιχειρούμε να ζήσουμε χωρίς τον εαυτό μας; Πως θα προχωρήσουμε όσο είμαστε αυτό που δεν είμαστε πια; Ποιοι φόβοι μασουλάνε τον χρόνο μας;
Χανόμαστε σε εποχές που το πρόβλημα με τα πολλά επίθετα στις λέξεις μας είναι ότι μας τυφλώνουν να δούμε το ουσιαστικό μας. Τελικά είμαστε οι ζωές που δεν ζήσαμε; Αλήθεια πώς να ξεφύγει κανείς από τις συνέπειες των απουσιών του; Και πόσο εμπιστοσύνη δείχνεις σε αυτά που αντέχουν στον χρόνο και στη σιωπή; Μα άνθρωπε ο χρόνος δεν είναι ληγμένες υποσχέσεις…ο χρόνος είναι ένταση, διάρκεια, κατόρθωμα σε αυτά που θέλεις να κάνεις. Ο χρόνος είναι ο πόνος που δεν τον σηκώνεις…απλά τον καταλαβαίνεις. Χρόνος είναι, στη ζωή που αξιώνεις, να μπορείς να ανέβεις ως εκεί που μπορείς να κατέβεις. Για αυτό σου λέω στέγνωσε του φόβους σου, τους κάθιδρους με υπομονή, με θάρρος, με αγκαλιά και με ένα φιλί. Ξέρω πως δεν έχουν μάθει οι ζωές μας την αξία της υπομονής, αλλά της αντοχής, ξέρω πως κάποιες φορές δεν είμαστε ίδιοι…αρκεί όμως να είμαστε ο εαυτός μας.
Για αυτό σου λέω μην ζεις σε οξειδωμένους χρόνους με άβαφες ανάγκες. Απλά να αφουγκράζεσαι και να χαίρεσαι τις λεπτομέρειές σου. Καθώς η ζωή περνά και δεν υπολογίζει εκπτώσεις. Γιατί η αλήθεια έχει ένα ειδικό βάρος, που το ψέμα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί. Γιατί καμιά φορά στη ζωή το αντίθετο του αληθινού δεν είναι το ψεύτικο…μα το σωστό ηθικά. Για αυτό σε ρωτώ…Οι διαπραγματεύσεις σου έχουν ανοχές ή αντοχές πλέον; Αλήθεια σε ποια διορία τελειώνουν οι φόβοι σου; Οι πόνοι σου; Και όταν παίζεις κρυφτό με τους φόβους σου, τους βρίσκεις όλους ή αυτοί σου λένε «φτου ξελευθερία»;
Οι λέξεις μας κουβαλάνε πλέον καμιά ευθύνη; Ή μήπως όχι; Οι επιλογές μας, δικαιώνουν τις επιρροές μας; Η μνήμη μου, η μνήμη σου, η μνήμη του δεν είναι ένα παγωμένο παρελθόν. Για αυτό καλό είναι εάν δεν ξέρεις που να πας, να ξέρεις τουλάχιστον από πού έρχεσαι. Κάποτε υπήρξαμε ζωντανοί, όχι παντοδύναμοι, κάποτε υπήρξαμε φωτεινοί, όχι όμως αναγκαστικά λαμπεροί…κάποτε υπήρξες μια συγγνώμη που κύλησε ως δάκρυ. Αφού δεν έχουμε χρόνο να αφεθούμε στον εαυτό μας στοργικά. Φτάσαμε να πιστεύουμε ότι το ψεύτικο είναι πιο αποκαλυπτικό από το αληθινό. Φτάσαμε να φοβόμαστε περισσότερο από ότι τολμάμε. Τελικά αφεντικό εδώ είναι η Ιστορία των νικητών ή η ιστορία του καθενός μας;
Έχουμε ποτέ συλλογιστεί τι έχει μείνει πλέον πιστό σε εμάς; Έχουμε πραγματοποιήσει τελικά τον εαυτό μας; Ή έστω το προσπαθούμε; Τουναντίον! Κλέβουμε και την παιδική ηλικία των παιδιών μας, ώστε να την χρησιμοποιήσουμε σαν φέρετρο της δικής μας αποτυχημένης ενηλικίωσης. Και όχι μονάχα αυτό. Τα ενθαρρύνουμε κιόλας στο διαζύγιο της γνώσης και του σκέπτεσθαι. Είμαστε άνθρωποι που ταϊζόμαστε από τις εκκρεμότητες μας. Μα η ζωή δεν είναι εκκρεμότητα. Η ζωή είναι δύσκολη στην ευκολία της. Μα ούτε ο χρόνος είναι εκκρεμότητα. Γιατί στον χρόνο δεν υπάρχουν αναχώματα να κρυφτείς. Και οι αλήθειες μας είναι και αυτές εκκρεμότητες;
Και εσύ με ρωτάς τελικά πως ορίζεται η μνήμη. Μπορεί μνήμη και Ιστορία να συνδέονται στενά, απλά η μνήμη δεν είναι ένα σύνολο από πληροφορίες, απλά είναι μια μορφή συνείδησης…η ταυτότητά μας…η ταυτότητα της Ιστορίας ολάκερης. Για αυτό τουλάχιστον να προσπαθείς να είσαι ώριμος με την μνήμη σου…γιατί ωριμότητα άνθρωπε είναι να μην ξοδεύεσαι στα αδιάφορα και ασήμαντα, μπας και ποτέ συνειδητοποιήσουμε ότι ίσως τελικά μπορεί και να είμαστε ό, τι έχουμε ξεχάσει…
Καιρός είναι φίλες μου, φίλοι μου να βγούμε από τους ασυνόδευτους χρόνους που μας κατακλύζουν απελπισμένα από τα βαριά ανοήματά μας και να κάνουμε τις δυσκολίες μας φωταγωγημένες. Καιρός είναι να μην κάνουμε ακόκκαλα τα όνειρά μας, γιατί έτσι δεν θα μπορούν να στηρίξουν ούτε το χαμόγελό τους, ούτε το περπάτημά τους. Και στης ψυχής σου τα κιτάπια, τα κρυμμένα, να μπορέσεις να δεις αυτό που ήσουν κάποτε, πριν γίνεις αυτό που είσαι. Καιρός είναι να θυμηθούμε πως δε διαλέγουμε εμείς τη βροχή που θα μας ξεπλύνει, θα μας καθαρίσει από τους φόβους μας. Μήτε διαλέγουμε τον ήλιο που θα μας ζεστάνει από τη μούχλα των δειλιών μας. Εμείς μονάχα διαλέγουμε το εάν εκείνη τη στιγμή θα είμαστε ολότελα γυμνοί ή όχι. Αυτό είναι η ζωή. Και σαν κάποιοι προσπαθήσουν να σε πείσουν πως η προσωπική σου, η ψυχική σου, η καρδιακή σου, η βιωματική σου μνήμη είναι ένας λεκές, πες τους πως αυτός ο γαμημένος λεκές δεν βγαίνει. Γιατί ξέρεις που πάνε οι άνθρωποι σαν φύγουν; Στις μνήμες…
Ο Άγγελος Τάσκος γεννήθηκε το 1977 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στο Χαϊδάρι σε μια εποχή που ακόμα το παιχνίδι με τους φίλους γίνονταν στις αλάνες. Ακολούθησαν οι σπουδές στη δημοσιογραφία, ελπίζοντας να βρει έναν τρόπο να αποτυπώσει την αλήθεια των γεγονότων πέρα των επιβεβλημένων. Η ενασχόληση του με τη δημοσιογραφία κράτησε λίγα χρόνια. Ακολούθησε η ενασχόληση του στον ιδιωτικό τομέα και πιο συγκεκριμένα στο χώρο της λιανικής πώλησης. Του αρέσει η απλότητα, αλλά εκτιμά την πολυπλοκότητα των σκέψεων. Θέλει να μαθαίνει συνέχεια, να γελά και να χαίρεται μέσα από την καρδιά του και να αποφεύγει να λέει στη ζωή του «κρίμα που δεν τόλμησα».Το πρώτο του βιβλίο είναι το «Έρωτας με γεύση γλυκό πορτοκαλιού» από τις εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.