Πως και γιατί φτάσαμε στην Ελληνική Επανάσταση-Ιστορίες προυχόντων πριν από το 1821 – Δ. Μπαχάρας -Σχολιάζει ο Κώστας Α. Τραχανάς.Κ
«Πως και γιατί φτάσαμε στην Ελληνική Επανάσταση-Ιστορίες προυχόντων πριν από το 1821» Δ. Μπαχάρας Εκδόσεις Εστία 2025
σελ.374
Το βιβλίο αυτό ερευνά τον κατεξοχήν χώρο έναρξης της Επανάστασης ,την Πελοπόννησο, και ειδικότερα τους προύχοντες ,για τους οποίους η ιστοριογραφία στο σύνολό της έχει κρατήσει έως σήμερα μια μάλλον αρνητική στάση , βασιζόμενη κυρίως στα έργα των πρώτων ιστοριογράφων του 19 ου αιώνα, π.χ. του Σπηλιάδη ή του Φωτάκου. Γιατί επαναστάτησαν οι κοτζαμπάσηδες; Τι ώθησε ανθρώπους, εκ των οποίων οι περισσότεροι ακουμπούσαν τα εξήντα, να αφήσουν τη σιγουριά της προνομιακής τους θέσης για να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους οδηγούμενοι στις μάχες; Τι τους ώθησε να αφήσουν τελικά το συμβατικό οθωμανικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούσαν επί τόσα χρόνια και να ρισκάρουν τη ζωή τη δική τους και των οικογενειών τους , εμπλεκόμενοι σε στρατιωτικές μάχες; Ποιοι ήταν αυτοί οι προύχοντες, οι πρόκριτοι , οι προεστοί , οι κοτζαμπάσηδες ; Ποια ήταν η ταυτότητά τους και ποιος ο τρόπος λειτουργίας τους ; Ήταν εξ ορισμού οι «κακοί»; Ήταν ένα ενιαίο- κοινωνιολογικά, ανθρωπολογικά και πολιτικά-σώμα με κοινές επιδιώξεις ;
Η έρευνα αυτή επικεντρώθηκε σε ένα μόνο τμήμα , το οποίο αφορούσε τους πρόκριτους των όχι τόσο γνωστών ή προβεβλημένων οικογενειών Περρούκα, Χαραλάμπη και Κανακάρη- Ρούφου, οι οποίοι συνεργάζονταν στενά μεταξύ τους. Γύρω από αυτούς εκτυλίσσεται η ιστορία πολλών άλλων, γνωστότερων στο ευρύ κοινό, οικογενειών, όπως οι Δεληγιάννηδες, οι Λόντοι και οι Ζαΐμηδες κ.α.
Γύρω από τις ιστορίες αυτών των ανθρώπων περιστρέφονται και όλα τα υπόλοιπα ερωτήματα που τίθενται στον παρόντα τόμο και αφορούν τις σχέσεις των προυχόντων μεταξύ τους, τις συμμαχίες τους, τις σχέσεις τους με τους Τούρκους αγιάνηδες και αγάδες, τους οθωμανούς αξιωματούχους, τον Πασά της Πελοποννήσου, την Υψηλή Πύλη, τις οικονομικές και πολιτικές δραστηριότητές τους, τις οικονομικές δυσκολίες τους τα τελευταία χρόνια πριν από την Επανάσταση και την ένταση των μεταξύ τους αντιμαχιών.
Οι προύχοντες δεν έφτασαν όλοι μαζί στο σημείο να επαναστατήσουν τον Μάρτιο του 1821 ή στο ότι οι έριδες , οι αντιπαλότητες , οι διαφωνίες και οι συμμαχίες δεν σταμάτησαν να παίζουν ρόλο έως την τελευταία στιγμή. Οι πρόκριτοι σαφώς και δεν αποτελούσαν ενιαίο σώμα , ούτε ενήργησαν ποτέ ως τέτοιο.
Σχεδόν όλοι οι πρόκριτοι είχαν ήδη ενταχθεί από τον Ιανουάριο του 1821 με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην επαναστατική διαδικασία, ακολουθώντας μια παράλληλη πορεία : συνέχιση της παραδοσιακής έως τότε ζωής και παράλληλα προετοιμασία της επανάστασης. Μπορεί οι φόβοι τους να μην ήταν τόσο μεγάλοι στην αρχή, όταν δεν είχαν ακριβώς συνειδητοποιήσει πόσο μπορεί να κινδύνευαν-θεωρώντας ίσως ότι πάντα υπήρχε περιθώριο υπαναχώρησης-αλλά μετά το κάλεσμα των προκρίτων στην Τρίπολη , τα πράγματα έγινα πολύ πιο δύσκολα ως προς τις αποφάσεις τους .Πλέον όμως ο δρόμος για την επανάσταση είχε χαραχθεί.
Ήταν αδύνατο να κάνουν πίσω.
Έτσι ,όσο και αν στο συλλογικό υποσυνείδητο πέρασε η εικόνα του προύχοντα που εναντιωνόταν στην εξέγερση και στον Παπαφλέσσα, οι Περρουκαίοι, οι Δεληγιανναίοι, οι Χαραλάμπηδες, οι Λόντοι , οι Ζαΐμηδες ,οι Κανακάρηδες ,συμμετείχαν πολύ ενεργά τόσο στην προετοιμασία όσο και στην διεξαγωγή της επανάστασης.
Το βασικό ερώτημα γιατί συμμετείχαν στην Επανάσταση του 1821 ,απαντάται στο ότι το τελευταίο διάστημα πριν την έναρξη της Επανάστασης , υπήρξε μια σταδιακή αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι προύχοντες αντιλαμβάνονταν την επαναστατική διαδικασία. Ήταν μια αλλαγή τόσο πολιτική όσο και ιδεολογική, η οποία ενέπλεκε τις προηγούμενες συγκρούσεις με την επερχόμενη επανάσταση, την προσωρινή αδυναμία με την προσδοκία ενός καλύτερου αύριο, τον φόβο για το παρόν ενός ασταθούς οθωμανικού πολιτικού πλαισίου με την προσδοκία της επένδυσης σε ένα δικό τους έθνος-κράτος , τις οικονομικές δυσχέρειες της τουρκικής περιόδου με τον οραματισμό κερδοφόρων μελλοντικών οικονομικών δραστηριοτήτων, τις ιδέες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της σύνδεσης με την Αρχαία Ελλάδα, που είχαν αποκτήσει μέσω της παιδείας τους -και ιδιαίτερα μέσω της επαφής τους με τον Διαφωτισμό- με την έννοια της νέας πατρίδας.
Διαβάστε το.
Ο Δημήτρης Μπαχάρας είναι ιστορικός και συνεργάζεται με το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Έχει εργαστεί στο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ ως υπεύθυνος των ιστορικών αρχείων και στο Μουσείο Πολιτικών Εξορίστων Άι-Στράτη. Έχει σπουδάσει στο Λονδίνο (MA,King’ s College) και στο Παρίσι (διδακτορικό, EHESS). Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στην περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ,σε θέματα δημοκρατίας, φασισμού και αντικομμουνισμού στην περίοδο του Μεσοπολέμου, καθώς και στην ιστορία της προεπαναστατικής Πελοποννήσου.
Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια στο εξωτερικό και την Ελλάδα και άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε τόμους και επιστημονικά περιοδικά στη Γαλλία και την Ελλάδα. Το 2020 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Αρχοντικές οικογένειες της Πελοποννήσου: Η οικογένεια Κανακάρη-Ρούφου», «Από την Επανάσταση του 1821 στη Δικτατορία των Συνταγματαρχών».
Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά την αγορά, να επισκέπτεται οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.