Σωματογραφία – Ε. Στάμου – Εκδόσεις Αρμός – Σχολιάζει ο Κώστας Α. Τραχανάς.
“Σωματογραφία” Ε. Στάμου Εκδόσεις Αρμός 2024
σελ.227
Όπως κάθε βιβλίο έτσι και το συγκεκριμένο είναι ένα ταξίδι. Το ταξίδι της νεαρής ηρωίδας είναι ένα ταξίδι αναζήτησης εαυτού, ένα ταξίδι αυτογνωσίας, που παρασύρεται σε αλλότριους δρόμους, τεχνάζεται τρόπους για να πλανηθεί έως να χαθεί, διεκδικεί την ελευθερία και την αυτοδιάθεση του σώματός της.
Σωματογραφία: η μελέτη του σώματος, ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τις ανάγκες και τις αντιδράσεις του.
Την νεαρή ηρωίδα του βιβλίου την ενδιέφεραν τα ξένα σώματα, όχι το δικό της. Απέφευγε να κοιτάζει τους ανθρώπους στα μάτια, περιοριζόταν στην παρατήρηση των σωμάτων που την περιβάλλανε, σε βαθμό που είχε μάθει να τα κατηγοριοποιεί με βάση τον τρόπο που κινούνταν στο χώρο κι ερχόνταν σε επαφή με άλλα σώματα.
Ό, τι κι αν της έλεγε κάποιος, αν δεν μπορούσε να εμπιστευτεί το σώμα του, η σχέση δεν προχωρούσε. Την προσέλκυαν ιδιαίτερα τα σώματα κάποιας ηλικίας, τα σώματα δηλαδή με ιστορία, αλλά δεν της ήταν αδιάφορα και τα νέα, άφθαρτα κορμιά. Νέα ασώματα με τη μορφή εραστών, φίλων, συμφοιτητών ή απλών γνωστών μπαινόβγαιναν στη ζωή της αδιάκοπα.
Η ματιά της σταματούσε σε σώματα πληθωρικά που ξεχείλιζαν συναισθήματα, και σε άλλα μίζερα, ανίκανα να προσφέρουν ή να ζητήσουν. Την καθήλωναν σώματα φοβισμένα, ντροπαλά, αβέβαια για την κάθε τους κίνηση μα και σώματα σκληρά και άκαμπτα, που είχαν μάθει μοναχικά να αντιστέκονται στους κανόνες. Έμαθε να ξεχωρίζει τα σώματα που ήξεραν να ζητούν και να παίρνουν μα και εκείνα που ήταν συνηθισμένα ν΄ αποτραβιούνται, να υποχωρούν.
Αν αναρωτιέται ο αναγνώστης σε ποια κατηγορία ανήκε το σώμα της, ήταν ένα σώμα ακόμα εύπλαστο, γενικά υπάκουο μα με τάσεις για εξέγερση και ευερέθιστο.
Ένα σώμα έτοιμο ν΄ ανταποκριθεί στις προκλήσεις, που αγωνιζόταν να ξεπεράσει τις φοβίες του και, υπερβαίνοντας την ανατροφή του, να σπάσει τα αόρατα δεσμά του.
Η νεαρή ηρωίδα, ένα καλομαθημένο κορίτσι από τα βόρεια προάστια της Αθήνας που δεν ήταν περπατημένο, δημιουργεί ερωτικό δεσμό για τέσσερα καλοκαίρια και τρεις χειμώνες, με τη Μ. μια μελαχρινή, ψηλή και αθλητική. Γνωριστήκαν στην τουαλέτα ενός σκοτεινού μπαρ στα Εξάρχεια. Το βράδυ που γνώρισε τη Μ. είχε μόλις χωρίσει, ο Σίμος της είχε ζητήσει να φύγει και ένιωθε ταπεινωμένη.
Ήταν πρώτη φορά που βρέθηκε στην αγκαλιά μιας γυναίκας. Είχε άγχος μα ταυτόχρονα ένιωθε ενθουσιασμένη με την περιπέτειά της. Η περιπέτεια της μιας βραδιάς έγινε δεσμός πριν προλάβει να το συνειδητοποιήσει. Ήταν πλέον μέρος ενός γκέι ζευγαριού, χωρίς να σκέφτεται τον εαυτό της ως λεσβία.
Ο στόχος της με τους εραστές της ήταν πάντα η στιγμιαία απόλαυση και όχι ο έρωτας. Το πάθος της Μ. την μετέτρεψε σε αντικείμενο λατρείας, αλλάζοντας τον τρόπο που σκεφτόταν για τον εαυτό της. Μέσα σε μια νύχτα ήρθαν τα πάνω -κάτω. Φιλιόντουσαν με πάθος, χαιρόταν τη διαφορετικότητά τους σαν να ήταν κάποιουείδους εύσημο.
Ο δεσμός αυτός είχε και τις επιπτώσεις : εμπόλεμη κατάσταση στο πατρικό της σπίτι, αποξένωση από τους περισσότερους φίλους και συμφοιτητές, λόγω του διαφορετικού τρόπου ζωής της, η επιθετικότητα που αντιμετωπίζανε στους δρόμους της πόλης την είχαν κάνει να κλειστεί στον εαυτό της, ενισχύοντας ταυτόχρονα τον δεσμό της με την Μ. Το σπίτι τους το ένιωθε συχνά σαν καταφύγιο από ένα κόσμο βίαιο, αφιλόξενο. Για πρώτη της φορά καταλάβαινε πώς λειτουργούσαν τα πράγματα και πώς σε βλέπουν οι άλλοι αν είσαι μια νέα γυναίκα που πηγαίνει κόντρα στο σεξουαλικό κατεστημένο.
Τα Σαββατοκύριακα του έρωτα τα ακολουθούσαν οι Δευτέρες της γκρίνιας, της ζήλιας και των ανελέητων συγκρούσεων που, αν και έμοιαζαν οριστικές, ξεπερνιούνταν γρήγορα για να δώσουν τη θέση τους στη συγχώρεση, τη μετάνοια και την αναζωπυρωμένη καύλα-ο κύκλος συνεχιζόταν αέναα.
Δεν ήξερε αν ήταν πόθος αυτό που νιώθανε ή φιληδονία, που τις ωθούσε να περνάνε τα Σαββατοκύριακα κλεισμένες στο σπίτι, κολλημένες η μία στην άλλη, μαγεμένες από τη δύναμη που είχαν τα σώματά τους να χαρίζουν ευχαρίστηση. Για πρώτη φορά η νεαρή ερωμένη είχε την ευκαιρία να αφήσει τη φαντασία της ελεύθερη να ανακαλύψει τους θησαυρούς που κρύβονταν στο γυναικείο κορμί.
Χάρη στη σχέση της με τη Μ. είχε πραγματικά απελευθερωθεί στο σεξ. Τολμούσε να ζητήσει αλλά και να κάνει πράγματα που πριν της ήταν άγνωστα. Ο εγωκεντρισμός της είχε αρχίσει να υποχωρεί και η αυτοπεποίθηση που αισθανόταν πλέον, την είχε μετατρέψει σε μια ερωμένη πιο δοτική, περισσότερο τρυφερή.
Ήταν μια σχέση χωρίς φρένα. Βυθίστηκε με ζήλο σε μια σειρά από μικρές και μεγάλες εξαρτήσεις: το οινόπνευμα, το τσιγάρο, τα ναρκωτικά με προτίμηση στην ηρωίνη, που την έκανε να χαλαρώνει, να ξεχνάει τα πάντα, να έχει τις πιο δυνατές παραισθήσεις, ήταν προικισμένη με οργιώδη φαντασία που επιτέλους έβρισκε διέξοδο. Έμοιαζαν με οράματα τα όνειρά της, με ιστορίες από το μέλλον. Ήταν σαν να είχε βγει το μέσα της έξω, τόσο λυτρωτικά άδεια ένιωθε.
Η ζωή της ήταν ένα μεγάλο πάρτι με λεσβιακό έρωτα, με ποτό, ναρκωτικά, δώρα, αρκετό χρήμα, εκδρομές κι ένα ατελείωτο γαϊτανάκι από νέες εφήμερες γνωριμίες. Συνήθιζε να κρατά ημερολόγιο από την αρχή της σχέσης της με τη Μ. γράφοντας κυρίως τις σκέψεις και τις φαντασιώσεις της για ξένα σώματα, όμως όσο περνούσε ο καιρός μέσα από την ερωτική της σχέση, επικεντρώθηκε στην παρατήρηση του δικού της σώματος. Ήταν πια φανερό πως δεν είχε χάσει μόνο τον έλεγχο του κορμιού της αλλά και της ζωής της.
Η ζήλια της Μ., που ανέβλυζε με την παραμικρή αναφορά στην προηγούμενη ζωή της ερωμένης της, σε κάθε τυχαία συνάντηση με φίλους της ή γνωστούς, σε κάθε χαμόγελο ή βλέμμα της προς κάποιον άντρα, ήταν το μεγαλύτερο αγκάθι στη σχέση τους. Άρχισε η νεαρή να γίνεται βίαιη να απαντά στις ερωτήσεις και τις κατηγορίες της με κραυγές και χαστούκια, σε μια προσπάθεια να την κάνει να πάψει να μιλά.
Ο τρόπος να αντιμετωπίζει τα ξεσπάσματα της ερωμένης της ήταν να γίνεται υποχωρητική, να της κάνει τα χατίρια, να της αγοράζει δώρα, να μετατρέπεται σε ένα πλάσμα δουλικό που δεν είχε καμία σχέση με την περήφανη γυναίκα που την είχε γοητεύσει λίγα χρόνια πριν.
Υπήρχαν στιγμές που βαριόταν και στιγμές που ασφυκτιούσε, ειδικά όταν διαπίστωνε πόσο χειριστική μπορούσε να γίνει η Μ. προκειμένου να την ελέγξει, να την αποκλείσει από άντρες αλλά και από γυναίκες που η παρουσία της προκαλούσε ανασφάλεια.
Η σχέση είχε οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Τότε ήταν που αποφάσισε να δώσει ένα τέλος στη λεσβιακή σχέση. Ο χωρισμός τους ήταν πια θέμα χρόνου. Το έβλεπε πως έπρεπε να απαλλαγεί από την Μ, δεν ήξερα όμως πώς να ξεμπλέξει, είχε ένα τρόπο να της δημιουργεί τύψεις, καθώς την είχε πείσει πως χωρίς εκείνη η ζωή της δεν είχε νόημα.
Έβλεπε ότι σπαταλά το χρόνο της, καταστρέφει το κορμί της, οδηγεί σε λάθος δρόμο της ζωή της, μισούσε την ερωμένη της, θυμώνει εύκολα, γίνεται γκρινιάρα και απότομη. Ο φόβος ότι βρίσκεται σε λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή, της τρώει τα σωθικά. Αισθανόταν σα να κατρακυλούσε στο κενό. Όλα είχαν γίνει πλέον ρουτίνα, μια ατέρμονη επανάληψη από την οποία επιθυμούσε να ξεφύγει. Φλερτάρει αγόρια ,αφού η προσοχή τους την κάνει να αισθάνεται όμορφα, ντύνεται αποκαλυπτικά και πίνει πολύ, βγαίνει τα βράδια με συμφοιτήτριες στα μπαράκια και γυρίζει λιώμα τις πρώτες πρωινές ώρες. Η Μ. δεν την ρωτάει ποτέ, δεν την πιέζει για τίποτα ώσπου να περάσει η κρίση, μέχρι να επιστρέψει μόνη της στην κοινή τους ζωή και ύστερα ο κύκλος ξαναρχίζει: έρωτας, ναρκωτικά, πάρτι, εκδρομές, εφήμερες γνωριμίες, σκηνές ζήλιας, συντροφικές προδοσίες, καβγάδες, μοναξιά, εγκλωβισμός, στοπ. Τρώγετε με τα ρούχα της, ζει τον απόλυτο διχασμό, λες και δεν είναι ένας μα δύο άνθρωποι που αγωνίζονται μεταξύ τους για την οριστική επικράτηση.
Ήξερε ότι τελικά δεν κόβονται απότομα τα μεγάλα πάθη…
Τελικά η νεαρή ερωμένη κατάφερε να απεγκλωβιστεί από τη σχέση με τη Μ. Γύρισε στον κόσμο της, μακριά από εκείνον τον στρόβιλο των παθών και του πάθους της. AΚΟΜΗ ΚΙ AΝ ΚΑΤΑΦΕΡΟΥΜΕ ΝA ΝΙΩΣΟΥΜΕ, να καταλάβουμε και να μελετήσουμε το σώμα μας, η ψυχή εντούτοις αρνείται τους ορισμούς. Τί ακριβώς θέλει να καλύψει ; Είναι παρούσα σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής μας, ή μήπως κάνει την εμφάνισή της μόνο σε ορισμένες στιγμές ;
Ερωτήματα σαν τα παραπάνω θέτει η νεαρή ερωμένη, που κατοικεί στις σελίδες αυτού του βιβλίου, σε συγκυρίες μοναδικές και καθημερινές μαζί.
Ένα τολμηρό αλλά και τρυφερό κείμενο για τον λεσβιακό έρωτα, το ερωτικό πάθος και βλέμματος, της ευαισθησίας και της ηδονής. Μια αφήγηση που καταγράφει σκέψεις, συναισθήματα, όνειρα, εθισμούς, ερωτικούς ανταγωνισμούς, εμμονικές προσπάθειες, αποκαλύψεις της ηρωίδας που όλα προκύπτουν αβίαστα, σιωπηλά, επιτακτικά, κατακλυσμιαία. Βυθίζεται στον εαυτό της και πραγματοποιεί μία εκ των πραγμάτων σιωπηλή και συναρπαστική διαδρομή.
Η γλώσσα είναι απλή και καθημερινή, αλλά το κείμενο δονείται. Υπάρχει δύναμη κι ένα επίπεδο έντασης στην αφήγηση που εμφανίζεται στη λογοτεχνία μόνο όταν διακυβεύεται πραγματικά.
Διαβάστε το.
Η Εύα Στάμου είναι συγγραφέας και Δρ. ψυχολογίας. Το μυθιστόρημά της Η εκδρομή (Αρμός, 2016) έχει μεταφραστεί στα αραβικά και η συλλογή διηγημάτων Τα κορίτσια που γελούν (Αρμός, 2018) στα ιταλικά. Διηγήματά της έχουν επίσης μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, δανικά, και λιθουανικά.
Η συλλογή Μεσημβρινές συνευρέσεις ήταν υποψήφια για το βραβείο Διαβάζω 2010. Η μονογραφία της Ageing and Female Identity in Midlife κυκλοφορεί από το Scholars’ Press και το δοκίμιο Η Επέλαση της ροζ Λογοτεχνίας από τις εκδόσεις Gutenberg. Κείμενά της δημοσιεύονται στην Athens Review of Books, στη Book Press, στο fractal, και στο περιοδικό Οδός Πανός. Αρθρογραφεί στην Athens Voice.
Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά την αγορά, να επισκέπτεται οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.