Το Κορίτσι με το Σκοτάδι στα Μάτια – Ρωτά η Δήμητρα Σαμλίδου.
“Το Κορίτσι με το Σκοτάδι στα Μάτια”
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με το γράψιμο; Τι σημαίνει για εσάς “γράφω μια ιστορία”;
Έγραφα από μικρός. Στο σχολείο η έκθεση ήταν το αγαπημένο μου μάθημα και, για να λέμε την αλήθεια,το μόνο στο οποίο είχα πραγματικά καλούς βαθμούς… Μου άρεσε ανέκαθεν να πλέκω ιστορίες και να τις αφηγούμαι, είτε προφορικά είτε γραπτά. Αν μπορώ, αφηγούμενος μια ιστορία, να κάνω κάποιον να σκεφτεί – ή έστω και να ξεσκάσει για λίγο –, τότε νομίζω πως έχω πετύχει τον σκοπό μου. Μετά το σχολείο, έκανα την αγάπη μου για το γράψιμο επάγγελμα, ξεκινώντας να δουλεύω ως κειμενογράφος σε μερικές από τις μεγαλύτερες διαφημιστικές εταιρείες στην Ελλάδα. Ένας από τους λόγους που η συγκεκριμένη δουλειά είναι πολύ απαιτητική, είναι το γεγονός ότι πρέπει να περάσεις όσο γίνεται περισσότερα μηνύματα με όσο το δυνατόν λιγότερα λόγια. Και μάλιστα, να πείσεις αυτόν που σε ακούει ή σε διαβάζει, να κάνει αυτό που θέλεις, πχ να αγοράσει ένα προϊόν, ή μακροπρόθεσμα, να του αλλάξεις την άποψη που μπορεί να έχει για κάποια μάρκα. Η συμπύκνωση των νοημάτων (ακόμα κι αν πρόκειται για μια εμπορική διαδικασία, όπως είναι η διαφήμιση), αποτελεί το καλύτερο σχολείο για κάποιον που θέλει κάποια στιγμή να γράψει ένα μυθιστόρημα.
Πείτε μας, ποιοι συγγραφείς σας εμπνέουν;
Πολλοί. Τόσο πολλοί που είναι αδύνατον να τους αναφέρω όλους. Αλλά αν μιλάμε για τη λογοτεχνία του υπερφυσικού, θα μπορούσα να τοποθετήσω στην «αγία τριάδα» των αγαπημένων μου τον Χ. Φ. Λάβκραφτ, τον Στήβεν Κινγκ και τον Γουίλλιαμ Πήτερ Μπλάττυ, με τιμητική συμμετοχή ίσως τον Γκράχαμ Μάστερτον και τον Μπράιαν Λάμλυ. Αλλά μου αρέσει πολύ και η έρευνα της «εναλλακτικής» γνώσης και του υπερφυσικού στην Ελλάδα. Η βιβλιοθήκη μου είναι γεμάτη από βιβλία του μακαρίτη Γιάννη Φουράκη, του Παντελή Γιαννουλάκη, του Γιάννη Γιαννόπουλου, καθώς και ενός από τους πρώτους διδάξαντες του είδους στον τόπο μας, του αείμνηστου Γιώργου Μπαλάνου. Για όσους έζησαν στην σχετικά στείρα από τέτοιες εκδόσεις δεκαετία του ’80 στην Ελλάδα, οι μεταφράσεις ξένων συγγραφέων τρόμου από τον Μπαλάνο (αλλά και από τον Μάκη Πανώριο, μεταξύ άλλων), ήταν κάτι σαν το μάννα εξ ουρανού για όλους εμάς τους έφηβους που πεινούσαμε τότε για ξένη υπερφυσική λογοτεχνία.
Στο έργο σας γίνεται μια συνύπαρξη λογοτεχνικών ειδών. Πού συναντιούνται η αισθηματική λογοτεχνία με αυτή του φανταστικού;
Συναντιούνται σε πολλά σημεία. Ο Δράκουλας του Μπραμ Στόουκερ έχει έντονα στοιχεία ερωτισμού, όπως και τόσα άλλα έργα τρόμου (Αν Ράις, Κλάιβ Μπάρκερ, κ.α.). Στην ελληνική επαρχία, το υπερφυσικό και ο έρωτας έρχονται συχνότατα πρόσωπο με πρόσωπο, ειδικά στο θέμα των νεράιδων, όπως αυτό έχει φτάσει στις μέρες μας κυρίως μέσα από τις Παραδόσεις, το μνημειώδες κυριολεκτικά βιβλίο του Νικολάου Πολίτη, που κατά τη γνώμη μου είναι υποχρεωτικό ανάγνωσμα για όλους όσους ασχολούνται με το φανταστικό στην Ελλάδα. Ο έρωτας μεταξύ ανθρώπου και νεράιδας (ή καλύτερα, η αποφυγή αυτού) ήταν συνηθέστατο θέμα στα χωριά τις παλαιές εποχές: πρόσεχε μη σου πάρει η νεράιδα τα μυαλά, έλεγαν με τρόμο οι μανάδες στ’ αγόρια τους.
Οι περιγραφές σας είναι καταιγιστικές και οι χαρακτήρες σας άρτια δομημένοι. Από που αντλείτε έμπνευση;
Δεν ξέρω. Αυτή είναι η ειλικρινής απάντηση. Απλώς, όπως είπα και παραπάνω, λαχταράω πολύ ν’ αφηγηθώ μιαν ωραία ιστορία. Όσο πιο πολύ παλέψω να την βελτιώσω, τόσο περισσότερο (ελπίζω) πως θα συγκινήσω τον αναγνώστη και θα τον πείσω πως αυτό που διαβάζει είναι αληθινό. Ειδικά στη λογοτεχνία του υπερφυσικού, αυτό το τελευταίο είναι αδήριτη ανάγκη.
Επιλέξατε να τοποθετήσετε την ιστορία σας στη μεταπολεμική Ελλάδα. Υπήρξε κάποια συγκεκριμένη σκέψη/ανάγκη πίσω από την επιλογή της εποχής;
Εμείς οι Έλληνες έχουμε τεράστια ιστορία και πολιτισμό. Πιστεύω ακράδαντα πως θα πρέπει να χρησιμοποιούμε πάντα στις υπερφυσικές ιστορίες που γράφουμε πολλά στοιχεία του παρελθόντος μας,είτε πρόσφατα, είτε παλαιότερα. Κι αυτό το λέω, διότι δυστυχώς βλέπει κανείς κάποιους Έλληνες συγγραφείς του φανταστικού να ψάχνουν για έμπνευση σε πρότυπα από το εξωτερικό, ενώ στην πραγματικότητα η Ελλάδα είναι κυριολεκτικά ένα χρυσορυχείο υπερφυσικής φαντασίας από την αρχαιότητα ως τα σήμερα. Ο «ελληνικός τρόμος» είναι η άμεση προτεραιότητά μου. Στο «Κορίτσι με το Σκοτάδι στα Μάτια», η νεράιδες είναι «ελληνικής κοπής» αν μου επιτρέπετε την έκφραση. Δεν έχουν φτερά, δεν είναι σαν την Τίνκερμπελ των ξένων. Είναι βγαλμένες από αιώνες συνύπαρξης των κατοίκων της ελληνικής επαρχίας μαζί τους, όπως αυτοί μας έχουν διασωθεί κυρίως από τον Πολίτη που ανέφερα πιο πάνω, αλλά και από κυριολεκτικά εκατοντάδες αναφορές σε νύμφες και σε στρατιές υπερφυσικών πλασμάτων που μας αναφέρονται από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Όσο για την τοποθέτηση της πλοκής του βιβλίου στις αρχές της μεταπολεμικής Ελλάδας (1951), αυτό έγινε διότι η εποχή ήταν ιδιαιτέρως ταραγμένη – για να μην πω ωμά τρομαχτική –, αλλά και κάπως «μυθική» στο μυαλό κάποιων νεότερων αναγνωστών. Επίσης βόλευε και νοηματικά: ήταν η εποχή της ανοικοδόμησης από τα ερείπια της Κατοχής και του ανταρτοπολέμου, και ο κεντρικός ήρωας, ως πολιτικός μηχανικός, είναι στο κέντρο αυτής της διαδικασίας. Χρειαζόμουν κάποιον να πάει στην ύπαιθρο για να αποξηράνει μια λίμνη και έτσι να μπλεχτεί στα δίχτυα μιας αυθεντικής, «ελληνικής» νεράιδας, η οποία ζει κοντά σε νερά, αλλά και σε δάση. Και δεν υπήρχε καλύτερος υποψήφιος πρωταγωνιστής από έναν πολιτικό μηχανικό, ο οποίος, όπως λέει το βιβλίο, ειδικεύεται σε αρδευτικά και αποξηραντικά έργα.
Πιστεύετε ότι η λογοτεχνία, ή η τέχνη γενικότερα, οφείλει να επικοινωνεί ιδιαίτερα μηνύματα; Αν ναι ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να περάσετε με το βιβλίο σας; Αν όχι, γιατί να διαβάσει κανείς ένα βιβλίο σαν το δικό σας;
Η νεράιδα ζει για πάντα. Ο θνητός άνθρωπος όχι. Αυτό κάνει τον έρωτα μεταξύ τους εκ προοιμίου θνησιγενή. Κάτι τέτοιο όχι μόνο αποτελεί κατά τη γνώμη μου καλή αφετηρία για ένα δράμα που θα κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο, αλλά και μου δίνει την ευκαιρία να κάνω ένα σχόλιο πάνω στη ζωή και στον θάνατο, ο οποίος είναι αναπόφευκτος για όλους μας (γι’ αυτό, ας προσπαθήσουμε ν’ αφήσουμε κάτι καλό πίσω μας). Σχετικά με το τρίτο σκέλος της ερώτησης, θα έλεγα το εξής. Οι αναγνώστες του «Κοριτσιού» έχουν εκφραστεί με τα καλύτερα λόγια μέχρι στιγμής για την πλοκή του βιβλίου, αναφέροντας πως δεν μπορούσαν να το αφήσουν απ’ τα χέρια τους μέχρι να φτάσουν στο, αρκετά ανατρεπτικό, φινάλε. Οπότε, φαντάζομαι, πως αυτός είναι ένας καλός λόγος για να διαβάσει κανείς το «Κορίτσι».
Γράφετε μια ιστορία για έναν έρωτα καταδικασμένο εξ αρχής. Συνδέεστε προσωπικά με το θέμα του ανεκπλήρωτου έρωτα;»
Δόξα τω Θεώ όχι, χα χα!
Ποια είναι τα επόμενά σας λογοτεχνικά βήματα; Περιμένουμε κάτι καινούργιο;
Ναι, φυσικά. Το νέο μου μυθιστόρημα – μια καθαρόαιμη ιστορία φαντασμάτων σε πλαίσιο αστυνομικού θρίλερ – είναι ήδη σχεδόν έτοιμο και θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2025.
Ο Χάρης Θεοδωράτος είναι διαφηµιστής. Οι λέξεις είναι η ζωή του. Έχει συνεργαστεί, αρχικά ως κειµενογράφος και στη συνέχεια ως δηµιουργικός διευθυντής, µε µερικές από τις µεγαλύτερες διαφηµιστικές εταιρείες, δηµιουργώντας επιτυχηµένες εκστρατείες σε Ελλάδα και Ευρώπη. «Το Κορίτσι µε το Σκοτάδι στα Μάτια» είναι η πρώτη του εµφάνιση στην ελληνική πεζογραφία. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Ρομάντζο, υπερφυσικό κι ένα βιβλίο φαντασίας που θα σε πάει σε άλλη εποχή!
Αθήνα 1951
Ο νεαρός και επιτυχηµένος πολιτικός µηχανικός Στέφανος Χρονάς ζει µια ονειρεµένη, αλλά επιφανειακή ζωή: χρήµα, ξενύχτια, γυναίκες. Στη µεταπολεµική Ελλάδα που ανοικοδοµείται γοργά πάνω στα ερείπια της Κατοχής και του Εµφυλίου, το επάγγελµά του είναι σωστό χρυσωρυχείο.
Όµως η ζωή του αλλάζει για πάντα όταν αναλαµβάνει ένα µεγάλο τεχνικό έργο: την αποξήρανση της θρυλικής Λίµνης Λευκίππης στην Πελοπόννησο, της βαθύτερης και αρχαιότερης λίµνης της Ελλάδας.
Εκεί γνωρίζει αναπάντεχα και ερωτεύεται παράφορα την Ανέµη, όχι µία ακόµα γυναίκα από τις πολλές που έχουν περάσει απ’ τη ζωή του, αλλά µια νεράιδα. Ένα πλάσµα, δηλαδή, που όλοι ορκίζονται πως υπάρχει αποκλειστικά και µόνο στους θρύλους. Όµως η πραγµατικότητα τους διαψεύδει…
Είναι ένας έρωτας απαγορευµένος, που πρέπει να µείνει κρυφός απ’ όλους, αφού οι δυο τους ανήκουν σε κόσµους διαφορετικούς. Ένας έρωτας απόλυτος και ολοκληρωτικός, η κατάληξη του οποίου θ’ αλλάξει τον νεαρό Στέφανο για πάντα.
Αθήνα 2019. Ο Στέφανος Χρονάς, υπέργηρος πια, γιορτάζει τα εκατοστά του γενέθλια. Όµως το µεγάλο του µυστικό θα βγει στο φως όταν ο νεαρός του φίλος, ο Σπύρος, θ’ ανακαλύψει τυχαία ένα µικρό τετράδιο, όπου ο Στέφανος Χρονάς κατέγραψε µε λεπτοµέρειες την ασύλληπτη περιπέτειά του µε την Ανέµη. Ένα τετράδιο πραγµατικό αποθησαύρισµα µιας κατάβασης σ’ έναν υπερφυσικό κόσµο σιωπηλού έρωτα και µυστηρίου.
Ο Σπύρος το διαβάζει – κι εµείς µαζί του. Συγκλονίζεται. Και αποφασίζει να κάνει κάτι γι’ αυτό…
Ροµαντικό δράµα µαζί µε υπερφυσικά στοιχεία πλάθουν ένα ασυναγώνιστο βιβλίο φαντασίας, µε καλπάζουσα πλοκή και αγωνία για το πολυπόθητο φινάλε! Εξάλλου… πότε ήταν η τελευταία φορά που διαβάσατε για τον έρωτα ανάµεσα σ’ έναν άνθρωπο και µια νεράιδα σ’ ένα χωριό της Πελοποννήσου τη δεκαετία του ’50; Μην εκπλαγείτε αν, στο άµεσο µέλλον, δείτε το «Κορίτσι µε το Σκοτάδι στα Μάτια» µεταφερµένο στη µικρή (ή µεγάλη) οθόνη!