Αγραμματοσύνης Εγκώμιον – Σχολιάζει η Δήμητρα Σαμλίδου.
Αγραμματοσύνης Εγκώμιον
Σχολιάζει η Δήμητρα Σαμλίδου
Το βιβλίο του Γιώργου Γιαννόπουλου “Αγραμματοσύνης Εγκώμιον” αφορά ένα δοκίμιο αφιερωμένο στην εγκαθίδρυση της δημοτικής έναντι της καθαρεύουσας, η οποία στηρίζει τις βάσεις της στους… αγράμματους Έλληνες των πρώτων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα.
Ο Γιώργος Γιαννόπουλους γεννήθηκε το 1942 και το 1967 μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε στο κανάλι του BBC. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε ελληνικά περιοδικά, κυρίως στον Πολίτη, ενώ έχουν εκδοθεί τα βιβλία του: “Ο λαμπερός κόσμος των ΜΜΕ – εικόνα, μόδα, διαφήμιση (Εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ, 2002)”, “Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη (Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, 2003)”, “Τρία δοκίμια για τη νεοελληνική ιδεολογία (Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, 2016)” κ.ά.
Το παρόν έργο επικεντρώνεται στη γενιά των διανοουμένων του ’30, οι οποίοι αγωνίζονταν για την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. Σύμφωνα με αυτούς, οι αγράμματοι χωριάτες ήταν αυτοί που κράτησαν ζωντανή την ελληνική γλώσσα και αδιάσπαστη την πολιτισμική ελληνικότητα. Μέσα στο κείμενο, ο συγγραφέας κάνει αναφορά σε μεγάλους λογοτέχνες και διανοούμενους της εποχής, όπως ο Σεφέρης, ο Πολίτης, ο Σικελιανός, κ. ά.
Στο πρώτο κεφάλαιο ο συγγραφέας αναφέρεται στην εννοιολόγηση της νεωτερικότητας ως νοσταλγίας. Το δεύτερο κεφάλαιο επικεντρώνεται στη λαογραφία και τον δημοτικισμό και το τρίτο στην αντίληψη του λαού από τον μυστικιστή Πικιώνη και τον μοντερνιστή Σεφέρη.
Κατά μήκος του κειμένου παρατίθενται χωρία και ανάλυση των λόγων των διανοουμένων, γίνονται επικλήσεις σε αυθεντίες και η γλώσσα είναι δοκιμιακή, χωρίς, όμως, να είναι επιστημονική. Όλα αυτά καθιστούν το κείμενο πιο άμεσο και προσβάσιμο στους αναγνώστες που απλώς ενδιαφέρονται να ενημερωθούν για το συγκεκριμένο θέμα και τα επιχειρήματα σαφή και ξεκάθαρα. Παρόλα αυτά, μπορεί να αξιοποιηθεί από την επιστημονική κοινότητα της Γλωσσολογίας, της Ελληνικής Φιλολογίας, αλλά και
της Κοινωνιολογίας.
Απο το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Πριν η πολιτική επιστήμη ανακαλύψει τον λαό και τον λαϊκισμό, οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι τον είχαν επικαλεστεί όχι μόνο για να κερδίζουν τον πόλεμο κατά της καθαρεύουσας αλλά κυρίως στην προσπάθειά τους να θεμελιώσουν το ιδρυτικό αίτημα της νεοελληνικής ιδεολογίας, δηλαδή τη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού. Όπως διακήρυξε η γενιά του ’30 η οποία ανέδειξε και επέβαλε την αισθητική διάσταση του λαϊκού, οι αγράμματοι χωριάτες και όχι οι μορφωμένοι αστοί ήταν εκείνοι που κράτησαν ζωντανή τη γλώσσα μας και αδιάσπαστη την πολιτισμική ελληνικότητα. Και το έκανε συνδυάζοντας τη νοσταλγία για το ανεπιτήδευτο παρελθόν με τις επιταγές του περίπλοκου και εισαγόμενου μοντερνισμού. Για να καταλάβουμε λοιπόν τι σημαίνει και πώς λειτούργησε αυτή η διόλου απλή, συχνά αντιφατική και επώδυνη κίνηση θα πρέπει να την εντάξουμε σε ένα γενικότερο πλαίσιο αναφοράς που είναι η μετάβαση από την προνεωτερική κοινότητα στη νεωτερική κοινωνία. Το πρώτο μέρος είναι μια περιήγηση στον εννοιολογικό χώρο της νεωτερικότητας ως νοσταλγίας, στο δεύτερο θα ασχοληθούμε με μερικές πτυχές του δημοτικισμού και της λαογραφίας και στο τρίτο θα εξετάσουμε το πώς είδαν το λαό ο μυστικιστής Πικιώνης και ο μοντερνιστής Σεφέρης.
Ο Γιώργος Γιαννουλόπουλος γεννήθηκε το 1942 και το 1967 μετοίκησε στο Λονδίνο όπου εργάστηκε στο BBC. Άρθρα του δημοσιεύτηκαν σε ελληνικά περιοδικά και κυρίως στον Πολίτη. Στην Ελλάδα έχουν εκδοθεί τα εξής βιβλία: – Ο λαμπερός κόσμος των ΜΜΕ-εικόνα, μόδα, διαφήμιση, εκδόσεις ΥΨΙΛΟΝ, 2002 – Διαβάζοντας τον Μακρυγιάννη, Εκδόσεις Πόλις, 2003 – Ο μοντερνισμός και οι Δοκιμές του Σεφέρη, Εκδόσεις Πόλις, 2011 – Σκέψεις για την πολιτική σήμερα, Εκδόσεις Πόλις, 2014 – Τρία δοκίμια για τη νεοελληνική ιδεολογία, Εκδόσεις Πόλις, 2016