Προσεγγίζοντας τη Λογοτεχνία Της Κύπρου 7.
ΠΡΟΣΕΓΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, 7 ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΠΟΙΗΣΗ
Του Θανάση Μουσόπουλου
Ο αγαπητός μου καθηγητής νεοελληνικής λογοτεχνίας στο Αριστοτέλειο Π.Θ. Λίνος Πολίτης, στην Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Θεσσαλονίκη 1969, μιλώντας για τα Κυπριώτικα Ερωτικά παρατηρεί:
«Στην Κύπρο, το άλλο μεγάλο νησί του Νότου, λίγο πριν από την υποταγή του στους Τούρκους (1571), έχουμε μια σειρά ποιήματα ερωτικά, γραμμένα στο ντόπιο ιδίωμα· είναι ασφαλώς από τα ωραιότερα λυρικά δείγματα όλης της νεοελληνικής λογοτεχνίας» (σελ. 23).
Από την Ποιητική Ανθολογία του Λίνου Πολίτη, εκδόσεις Γαλαγία, βιβλίο δεύτερο «Μετά την Άλωση», ένα αριστούργημα:
Αν έν’ πικρός ο πόθος, γοιον λαλούσιν,
πώς έν’ γλυκιά τα πάθη τα δικά του;
κι αν έν’ γλυκύς πώς έν’ σκλερή η καρδιά του;
κι αν έν’ σκλερός, πώς όλοι τον ποθούσιν;
Αδ δεν έν’ εμπιστός γοιον τον θωρούσιν,
για τίντα να μετέχουνται μιτά του;
αν έν’ κι είναι φτηνός εις τα καλά του
γιατί παραπονούνται όσοι αγαπούσι;
Ανίσως και τον κάθαναν πληγώννει,
πώς δεν είναι μιτά του κακιωμένοι,
αμμ’ όλοι τ’ ακλουθούν όσους κορπώννει;
Έννοια γλυκιά με την πικριά σμιμένη
τούς αγαπούν εις τούτον αποσώννει
και δεν νιώθουν πως ζουν αποθαμμένοι.
Η κατάληψη της Κύπρου από τους Οθωμανούς το 1571 αποτελεί μια βασική τομή στην Κυπριακή Ιστορία, όπως είδαμε σε προηγούμενα κείμενά μας, σύμφωνα με το βιβλίο του Κλεάνθη Π. Γρηγοριάδη. Σημειώνει ότι:
«Την κατάκτηση θρήνησε ο λαϊκός ποιητής στο δημοτικό τραγούδι «Θρήνος της Κύπρου» που έφτασε ως εμάς από στόμα σε στόμα» (σελ. 230).
Στις ειδικές πηγές και εργασίες για το έργο αυτό διαβάζουμε:
«Με τον τίτλο Θρῆνος τῆς Κύπρου ο Σίμος Μενάρδος δημοσίευσε το 1901 μεγάλο τμήμα αφηγηματικού ποιήματος, το οποίο στο πληρέστερο χειρόγραφο της Μητροπόλεως Κιτίου παραδίνεται με τον τίτλο: “Διήγησις εἰς τόν θρῆνον τοῦ αἰχμαλωτισμοῦ τῆς εὐλογημένης Κύπρου αφο'” [=1570]. Το ποίημα αποτελείται από 906 δεκαπεντασύλλαβους στίχους ομοιοκατάληκτους κατά ζεύγη.
Η Διήγησις εἰς τόν Θρῆνον τοῦ αἰχμαλωτισμοῦ τῆς εὐλογημένης Κύπρου αρχίζει με ένα σύντομο προοίμιο που εισάγει το κύριο θέμα του ποιήματος (στ. 1 – 4). :
‘Ποῦ θθε ννά δῇ νά λυπηθῆ νά κλάψῃ νά θρηνήσῃ
τῆς Κύπρου τούς παραδαρμούς ἄς ἔλθη ν’ ἀγροικήσῃ.
Ὁ Τοῦρκος, σάν ἐκάθετον στήν Πόλιν στό σκαμνίν του
τῆς Κύπρου ἐνθυμήθηκεν κι εἶπεν πώς ἔν δική του.
Ο ποιητής είναι αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων, τόσο στη Λευκωσία όσο και στην Αμμόχωστο, και καταγράφει ό,τι παρατηρεί και αντιλαμβάνεται. Είναι παρών όταν αρχίζει ο κανονιοβολισμός της Λευκωσίας (στ. 343 – 346):
Πρώτην μπατάγιαν ἀκτυποῦν, καμπόσοι σκοτωθήκαν,
ἐγώ τοῦτα ἐσκόπουν τα κι εἶχα μεγάλην πρίκαν
κρυφίως και μετά σπουδῆς ἔβαλά το εἰς γράμμαν,
νά στέκεται παντοτινά, νά φαίνεται τό πρᾶγμα.
Παρακολουθεί και καταγράφει επίσης την εξόρμηση των Τούρκων από τη Λευκωσία εναντίον της Αμμοχώστου (στ. 633-638):
Ἀπό τήν Χώραν ἔβγηκεν ὁ Τοῦρκος πά’ κεῖ κάτω
μέ ὅλην τήν ἀρμάδαν του καί μ’ ὅλον τό φουσᾶτον.
Τ’ ἀμμάτια μου θωροῦσαν το καλά κι ἐστίμνιασά το,
ἀντάμα τους εὑρίσκουμουν κι ἐκαταστίχωννά το.
Θεοῦ ἦτον συγχώρησις, ὅλοι σας ξεύρετέ το,
ψέμαν τίποτες δέν γράφω, ὅλοι πιστεύσετέ το.
«Το τραούδιν του σκλάβου»: Στον Ερανιστή βρήκα μια ενδιαφέρουσα αναφορά:
«Είναι ένα πολύ όμορφο γαμήλιο τραγούδι της Κύπρου το οποίο σήμερα είναι τελείως άγνωστο. Έχει πολλά κοινά στοιχεία με το επίσης γαμήλιο τραγούδι του «Μωρόγαννου». Θα πρέπει να είναι αξιοπρόσεκτο ότι εδώ αναφέρεται η λύρα «Φέρτε μου τζείν’ την λύραν μου, το αρκυρόν δοξάριν», κάτι που θα πρέπει να προβληματίσει όσους πιστεύουν ότι στη Κύπρο η λύρα ήταν άγνωστη ως μουσικό όργανο του νησιού.
Η ηχογράφηση έγινε από τον James Notopoulos το 1953. Τραγουδά ο Λευτέρης Στέκκος από το Παραλίμνι Αμμοχώστου.
Το τραγούδιν του σκλάβου (Παραλλαγή, απόσπασμα)
Πέντε φρεγάδες στον γιαλόν, τζι’ οι πέντε πολεμούσιν,
τζι’ οι πέντε τριγυρίζουσιν, να ‘βρουν νησίν να μπούσιν·
Τζι’ ο σκλάβος αναστέναξεν τζι’ εστάθην το καράβιν,
τζι’ επολοήθ’ αφέντης του τζιαί λέει τζιαί λαλεί του:
– Σκλάβε, πεινάς, σκλάβε διψάς, σκλάβε, κρασίν σε λείπει,
τζι’ έσσιεις τόσον παράπονον, τόσην μεγάλην λύπην;
– Ούτε πεινώ, ούτε διψώ, ούτε κρασίν με λείπει,
τζι’ έχω τόσον παράπονον, τόσην μεγάλην λύπην.
– Τραούδησέ μου σκλάβε μου, να δης την λευτεριάν σου
– Πολλές φορές τραούδησα, μα λευτεριάν δεν είδα!
Ας τραουδήσ’ αλλαξανά, να δω ελευθερίαν.
Φέρτε μου τζείν’ την λύραν μου, το αρκυρόν δοξάριν,
να κάμω παίδκιους να περνούν, παίδενες να δκιαλλάσσουν,
να κάμω την καλλύττερην να ‘ρτη στην αγκαλιάν σου […]
Η λαϊκή δημιουργία – γλώσσα, μουσική, πεζογραφία, ποίηση – δε σταμάτησε εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια. Ως τις μέρες μας. Κλείνοντας τον περίπατό μας αυτό θα παραθέσω δύο σύγχρονες δημιουργίες, γνωστές και αγαπητές μας.
ΤΑ ΡΙΑΛΙΑ παραδοσιακό διασκευή Μιχάλη Βιολάρη
Αν είσαι κι αν δεν είσαι του δήμαρχου παιδί / του δήμαρχου παιδί, ω, ω / εγώ θα σε φιλήσω κι ας κάμω φυλακή
Τα ριάλια, ριάλια, ριάλια / τα σελίνια μονά και διπλά
τα μονόλιρα, πεντόλιρα και πού `ντα / ο πεζεβέγγης που τα `χει στη πούγγα, ω, ω
Εσύ `σαι ο καθρέφτης, το καθαρόν γιαλίν / το καθαρόν γιαλίν, ω, ω / που φέγγει στην Ευρώπην και στην Ανατολήν
Ίντα τραγούδιν να σου πω, μάνα μου να σ’ αρέσει / μάνα μου να σ’ αρέσει, ω, ω / που έχεις αγγελικόν κορμί και δαχτυλίδιν μέση
Στην σκάλα που ξεβαίνεις, να ξέβαινα κι εγιώ / να ξέβαινα κι εγιώ, ω, ω / και εις κάθε σκαλοπάτιν να σε γλυκοφιλώ
ΑΝ ΒΟΥΛΗΘΩ στίχοι και μουσικοί του Μίμη Πλέσσα
Αν βουληθώ, αν βουληθώ / να σ’ αρνηθώ
να σ’ απολησμονήσω / να μην εβρώ νερό να πιω
μη ρούχο να φορήσω
Αν βουληθώ, αν βουληθώ / να σ’ αρνηθώ
να σ’ απολησμονήσω / να μην μπορώ φιλί να βρω
μη δάκρυ να δακρύσω!
Στις επόμενες ενότητες θα παρουσιάσουμε λογοτέχνες της Κύπρου των τελευταίων εκατό χρόνων.
Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά την αγορά, να επισκέπτεται οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.