HomeΓύρω από ένα βιβλίοΕφηβική λογοτεχνίαΚώστας Βάρναλης, Παιδί και Παιδική Λογοτεχνία Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τον θάνατό του Κώστα Βάρναλη (1884 – 1974)

Κώστας Βάρναλης, Παιδί και Παιδική Λογοτεχνία Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τον θάνατό του Κώστα Βάρναλη (1884 – 1974)

Κώστας Βάρναλης, Παιδί και Παιδική Λογοτεχνία Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τον θάνατό του Κώστα Βάρναλη (1884 – 1974)

           

    Κώστας Βάρναλης, Παιδί και Παιδική Λογοτεχνία Αφιέρωμα στα 50 χρόνια από τον θάνατό του Κώστα Βάρναλη

(1884 – 1974)

Του Θανάση Μουσόπουλου

Με την ευκαιρία της επετείου των 50 χρόνων από τον θάνατο του Κώστα Βάρναλη, και συνάμα των 140 χρόνων από τη γέννησή του,χρέος θεώρησα εδώ ιδίως στη Θράκη να τιμήσω τον μεγάλο δημιουργό της Ρωμιοσύνης – κορυφαίο Θρακιώτη. Θα περίμενα, μάλιστα, να τον τιμούσαν οι αρμόδιοι της περιοχής ως θεσμοί.

Ήδη έχω δημοσιεύσει μέσα στο τρέχον έτος κάποια κείμενα για τη ζωή και το έργο του Κώστα Βάρναλη. Σειρά έχει ένα άρθρο σχετικό με έργα του Βάρναλη που εντάσσονται στη λεγόμενη Παιδική Λογοτεχνία.

Υπάρχουν συγγραφείς που ασχολήθηκαν και δημοσίευσαν έργα ποιητικά και πεζά που απευθύνονται στην παιδική ή εφηβική ηλικία, δεν προβάλλεται όμως αυτή η πλευρά του έργου τους. Σε αρκετά κείμενά μου αναφέρθηκα στην παιδική λογοτεχνία σας Θράκης. Στο παρελθόν (2017) αναφέρθηκα στα σχετικά έργα του Νίκου Καζαντζάκη.Μου κάνει εντύπωση ότι πολύ λίγο γίνεται αναφορά στα έργα αυτά. Το ίδιο ισχύει και για τα αντίστοιχα έργα του Βάρναλη.

Να σημειώσω ότι πολύ ενισχυτικό είναι το βιβλίο του Δημήτρη Γιάκου «Ιστορία της Ελληνικής Παιδικής Λογοτεχνίας» (εκδ. Δ. Ν. Παπαδήμα), εκδ. θ΄, 1991, σελ. 199) που περιέχει αρκετά στοιχεία για την πορεία της παιδικής λογοτεχνίας. Αντίστοιχο είναι και το βιβλίο του Χάρη Σακελλαρίου «Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας (ελληνική και παγκόσμια)», εκδ. Νόηση, 2009, σελ. 624, θ΄ έκδοση. Για το κείμενό μου αυτό συμβουλεύτηκα την περιεκτική μελέτη του πανεπιστημιακού Αλέξανδρου Ν. Ακριτόπουλου «Ιστορική επισκόπηση της ελληνικής παιδικής – νεανικής λογοτεχνίας». Η αναφορά στα έργα παιδικής λογοτεχνίας του Βάρναλη είναι περιορισμένη.

Στο κείμενό μου, στο πρώτο μέρος θα επιχειρήσω συνοπτικά να προσεγγίσω και να μιλήσω για το πώς βλέπει τα παιδιά και την παιδική ηλικία ο Βάρναλης, ενώ στο δεύτερο μέρος θα παρουσιάσω τρία έργα του που εντάσσονται στην παιδική λογοτεχνία.

Ξεκινούμε από τα «Φιλολογικά Απομνημονεύματα» του Κ. Βάρναλη, που «σχηματίστηκαν» από το σύνολο μιας σειράς κειμένων που δημοσιεύτηκαν με τη μορφή επιφυλλίδων στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» στο χρονικό διάστημα από 17 Φεβρουαρίου μέχρι 11 Αυγούστου 1935 (παρουσιάστηκαν σε βιβλίο το 1980, στις εκδόσεις Κέδρος, με τη φιλολογική επιμέλεια του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου, σελ. 366).

 

 

Στο πρώτο μέρος των κειμένων του ο Βάρναλης αναφέρεται στη ζωή του στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τον Πύργο σας Βόρειας Θράκης / Ανατολικής Ρωμυλίας, όπου έζησε για είκοσι περίπου χρόνια (1884 – 1903) ως την κάθοδό του στην Αθήνα για σπουδές στη Φιλοσοφική Αθηνών. Στη συνέχεια των Απομνημονευμάτων παρακολουθούμε την πορεία της ζωής του και τα γεγονότα που τον σημάδεψαν ως το 1935.
Στο βιβλίο μου «Ο θείο – Κώτσο σας Θράκης» (εκδ. Σπανίδη, 2015) αναφέρομαι γενικά στις αναμνήσεις του από τη Βόρεια Θράκη (στις
σελ. 32 – 42).

Όσον αφορά την παιδική ηλικία από τα Φιλολογικά Απομνημονεύματα ξεχωρίζω ενδεικτικά τις ενότητες «Στο σκολείο», «Ξύλο στα ξένα παιδιά!» και «Για να εκδικηθώ τη σταύρωση του Χριστού». Τρία σημεία αντίστοιχα με τις ενότητες αυτές δείχνουν πολλά: «Πριν ακόμα να πάω στο σκολειό, το είχα πάρει από φόβο. Γιατί συχνά
άκουγα τη μητέρα μου να λέει:

– Πότε θα τόνε στείλω στο σκολείο να ησυχάσω!».
«Το ξύλο, η καθαρεύουσα και η Μεγάλη Ιδέα μας είχανε κάνει το μυαλό μας κουρκούτι.
Όπου έβρισκα Τουρκόπουλο, Βουλγαράκι ή Εβραιάκι του χεριού μου, το έπιανα και το έδερνα για να εκδικηθώ τα όσα κακά μας έχουνε κάνει…»

«Μιαν άλλη φορά λίγο έλειψε να σκοτώσω ένα Εβραιάκι […] Ο πατριωτικός φανατισμός και η θρησκευτική μισαλλοδοξία, που καλλιέργησε στην ψυχή μου το σκολειό, έφερε πολύ πρόωρα σε μένα τους “ώριμους” καρπούς τους».

Και σε άλλα σημεία των Απομνημονευμάτων ο Βάρναλης αναφέρεται σε θέματα σχετικά με την εκπαίδευση, το γλωσσικό και άλλα παρεμφερή.

Σε δύο άλλα μεταθανάτια βιβλία με ανταποκρίσεις του Βάρναλη από τη Γαλλία (1926) και τη Ρωσία των Σοβιέτ (1934) που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα συναντούμε σημεία που αναφέρονται στην παιδική ηλικία και σε σχολεία.

Το πρώτο βιβλίο «Γράμματα από το Παρίσι», με επιμέλεια Νίκου Σαραντάκου, κυκλοφόρησε το 2013 από τις εκδόσεις Αρχείο, σελ. 160, περιλαμβάνει κείμενα του Βάρναλη που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Πρόοδος της Αθήνας (από το Μάιο ως τον Σεπτέμβριο του 1926).

Αναφέρω το κείμενο «Πολιτισμός παιδιών» (σελ. 41 – 44) όπου παρουσιάζει τις δράσεις παιδιών, που αυτενεργούν ασχολούμενα με τις τέχνες «όπου η ελευθερία είναι ο κυριότερος όρος επιτυχίας του, εφόσον η Τέχνη είναι η έκφρασις της ατομικότητος» και καταλήγει ο Βάρναλης με το γνωστό του πνεύμα: «Στην Ελλάδα η παιδική ηλικία έχει ν’ ασχοληθεί με σοβαρότερα πράγματα: τη Γραμματική. Πού καιρός για τέτοιο χάσιμο καιρού!».

To 1934 μαζί με τον Δημήτρη Γληνό συμμετέχει ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων συγγραφέων στο 1ο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα. Δημοσιεύει τις εντυπώσεις του συνοπτικά στον Ριζοσπάστη και σε πολλές συνέχειες στην εφημερίδα Ελεύθερος Άνθρωπος. Με επιμέλεια πάλι του Νίκου Σαραντάκου κυκλοφόρησε το βιβλίο «Τι είδα εις την Ρωσσίαν των Σοβιέτ» το 2014  στις εκδόσεις Αρχείο, σελ. 300.

Πολλά κείμενα αναφέρονται στην παιδική ηλικία και στα σχολεία. Τονίζεται ιδιαίτερα η μέριμνα για το παιδί και την καλλιτεχνική μόρφωση και έκφρασή του. Από όλες τις σελίδες και αναφορές του Βάρναλη ξεχώρισα μια  χαρακτηριστική ενότητα:

«Κι αν όλη η εκπολιτιστική δράση της Επανάστασης περιοριζότανε μονάχα στο να δώσει στα παιδιά τη χαρά της ζωής με τα προσχολικά τους ιδρύματα και με τα σχολεία, όπως και την ψηλή χαρά σας Τέχνης με τα θέατρά τους και τους κινηματογράφους και τα ραδιόφωνά τους, θα άξιζε τον κόπο χίλιες φορές να γίνει αυτή η Επανάσταση» (σελ. 177).

Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε δύο έργα του Κώστα Βάρναλη πεζού λόγου και ένα ποιητικό. Και τα τρία συνδέονται με την προσπάθεια του δημιουργού να αντιμετωπίσει τα βιοποριστικά του προβλήματα. Όπως είναι γνωστό, μετά την απόλυσή του το 1926 από το δημόσιο για πολιτικούς λόγους, γράφει έναντι αμοιβής σε εφημερίδες, περιοδικά και εγκυκλοπαίδειες.

  Το 1933 εκδίδεται το βιβλίο «Δώδεκα Διαλεχτά Παραμύθια». Το έχουμε στις εκδόσεις Παπαδημητρίου (1991, σελ. 159). Τα παραμύθια του τόμου: 1. Η βασιλοπούλα του δέντρου 2. Η πεντάμορφη χρυσομαλλούσα 3. Η πεντάμορφη και ο δράκος 4. Το μαγικό δακτυλίδι 5. Ένα εγγλέζικο παραμύθι: Οι τρεις βλάκες 6. Ο βασιλιάς των φιδιών 7. Ο Φλασκοκέφαλος 8. Τα τρία μαγικά δώρα Από τη Νορβηγική μυθολογία 9. Α’ Πως δέθηκε ο λύκος Β’ Πως την έπαθε ο Λοκί 10. Τα μήλα σας Ιντούν 11. Ο ψαράς και το τελώνιο 12. Το παραμύθι που δεν είχε τέλος. Θα παραθέσουμε δύο αποσπάσματα, από το πρώτο και από το τελευταίο παραμύθι.

Η Βασιλοπούλα του δέντρου

ΗΤΑΝΕ μια φορά ένα φτωχό παιδί, που φύλαγε γουρούνια στο λόγγο. Τα πήγαινε το πρωί να τρώνε για να παχαίνουν και τα γύριζε το βράδυ με το σούρουπο. Ένα πρωί τα γουρούνια τραβήξανε πολύ βαθύτερα μέσα στο λόγγο και καθώς πήγε το βοσκόπουλο να τα φέρει πίσω, βρέθηκε μπροστά σ’ ένα τεράστιο δέντρο, που τα κλωνάρια του χανόντανε μέσα στα σύννεφα.
– Μπρε, είπε μέσα του. Αυτό είναι δέντρο μια φορά!
Ύστερα σκέφτηκε:

– Τι όμορφα θα είναι να κοιτάξει κανείς τον κόσμο από κει ψηλά. Πώς θα ήθελα ν’ ανέβω! Το είπε και το έκαμε.
Δίνει μια και αρχίζει να σκαρφαλώνει πάνω στο δέντρο, σαν τη γουστέρα.
Τα γουρούνια του στο μεταξύ σκαλίζανε το χώμα με τη μύτη τους ευτυχισμένα, που δεν τα ενοχλούσε κανένας.
Το παιδί ανέβαινε, ανέβαινε, πήγε μεσημέρι, μα το δέντρο τελειωμό δεν είχε. Ο ήλιος έγειρε, στο τέλος βασίλεψε και το βοσκόπουλο δεν είχε φτάσει ακόμα στα κλωνάρια.

Το παραμύθι που δεν είχε τέλος

Ζούσε κάποτε πέρα στην Ανατολή ένας τεμπέλης βασιλιάς. Δεν έκανε καμιά δουλειά. Ολημερίς ξαπλωμένος σε ντιβάνι με πολλά μαλακά μαξιλάρια, έβαζε να του λένε παραμύθια κι  αυτός άκουε μαχμουρλίδικα.

Αμολούσε σ’ όλο του το βασίλειο πλήθος αυλικούς να μαζεύουνε και να στέλνουνε στο παλάτι όσους ξέρανε παραμύθια, άντρες ή γυναίκες, γέρους ή νέους, ντόπιους ή ξένους.

Γιατί δε χόρταινε ν’ ακούει. Όταν τέλειωνε το παραμύθι, έπεφτε σε βαθιά πλήξη και δυστυχία. Γι’ αυτό ήθελε πάντα το ένα παραμύθι ν’ ακολουθάει το άλλο. Ακόμα κι όταν έτρωγε κι έπινε ή έπαιρνε το μπάνιο του στη χαβούζα του παλατιού, ήθελε ν’ ακούει παραμύθια. Μονάχα αργά πολύ, μετά τα μεσάνυχτα, όταν τον έπαιρνε ο ύπνος, τότε σιωπούσανε κι οι παραμυθάδες και, πατώντας στα νύχια τους απάνω στα παχιά κιλίμια, φεύγανε σιγά σιγά να πάνε να ξεκουραστούνε κι αυτοί, οι βασανισμένοι!

Όσο πιο μεγάλο και μπερδεμένο ήταν το παραμύθι, τόσο περισσότερο του άρεσε. Ήταν παραμύθια που βαστούσανε μέρες και βδομάδες ολάκερες. Μα όσο μεγάλα και να ήτανε, ερχότανε επιτέλους η ώρα τους να τελειώσουν. Ε, τότε ο βασιλιάς γινότανε τρομερά δυστυχής. Αρρωστούσε, που έλεγες πως θα πεθάνει.

Το 1933 σας εκδόσεις Ελευθερουδάκη εκδίδεται η διασκευή του Κώστα Βάρναλη στο έργο «Ο Δον Κιχώτης από τη Μάντσα» του Μιγκέλ ντε Θερβάντες, 184 σελίδες + 1 φωτογραφία. Διαβάζουμε:

«Ο Δον Κιχώτης, ένας άρχοντας που αποφασίζει ξαφνικά να γίνει ιππότης, ορίζει ιπποκόμο του τον Σάντσο Πάνσα, τον χαζούλη γείτονα του. Οι δυο τους πολεμούν με ανεμόμυλους, πρόβατα και ασκιά κρασιού, απελευθερώνουν κατάδικους και μπλέκουν σε χίλιες δυο περιπέτειες, ενώ κάθε φορά κατά τύχη τη γλιτώνουν. Ο Δον Κιχώτης είναι ένα από τα πιο γνωστά παγκοσμίως κλασικά μυθιστορήματα. Η διασκευή του Κώστα Βάρναλη σκιαγραφεί με τρόπο μοναδικό τον χαρακτήρα του συμπαθέστατου αυτού άρχοντα με την αχαλίνωτη φαντασία».

Να σημειώσουμε, όπως γράφει ο Κ. Γαλάνης, ότι «Το 1912 ο Γρηγόριος Ξενόπουλος μεταφράζει από γαλλική διασκευή το μυθιστόρημα και το συστήνει στο νεανικό κοινό του περιοδικού  Διάπλασις των Παίδων  ως ένα έργο που «καταλέγεται με ό,τι υψηλότερον και μεγαλείτερον παρήγαγε ποτέ το ανθρώπινον πνεύμα», ενώ αξίζει να σημειωθεί πως τρία χρόνια αργότερα, το 1915, ο Δον Κιχώτης ενσωματώνεται για πρώτη φορά στο σχολικό βιβλίο της τρίτης και τετάρτης τάξης του Γυμνασίου εκείνης της εποχής». Όσον αφορά τον Κ. Βάρναλη παρατηρεί ότι «Ο Βάρναλης πραγματοποιεί μία εξαιρετική επιλογή των πιο αντιπροσωπευτικών περιπετειών του περιπλανώμενου ιππότη».

Το τρίτο μέρος της παιδικής λογοτεχνίας του Κώστα Βάρναλης αναφέρεται στην ποίηση και είναι πολύ ενδιαφέρον. Οφείλουμε πολλά στον Ηρακλή Κακαβάνη. Στο βιβλίο του «39+1 άγνωστα ποιήματα – Κώστας Βάρναλης» διαβάζουμε:

«Η μελέτη και έρευνα στο έργο του ποιητή Κώστα Βάρναλη κρύβει εκπλήξεις , που ανατρέπουν τη μέχρι τώρα γνώση μας για το εύρος του έργου και τη χρονολόγησή του. Για παράδειγμα, τα «Δώδεκα διαλεχτά παραμύθια» και η διασκευή του «Δον Κιχώτη», που τα τοποθετούσαμε στα τέλη της δεκαετίας του 1950, πρωτοκυκλοφόρησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Τις δύο εκδόσεις, που δεν υπάρχουν στο Αρχείο Βάρναλη, τις βρήκαμε στα παλαιοπωλεία.

Η έρευνα απρόσμενα έφερε στο φως και ένα θησαυρό από τριάντα εννιά παιδικά ποιήματα, που έγραψε – κατά παραγγελία – το 1936 ο Κώστας Βάρναλης και δημοσιεύτηκαν στις αρχές του 1937 με την υπογραφή του Νώντα Έλατου. Πρόκειται για ψευδώνυμο του Επαμεινώνδα Γ. Παπαμιχαήλ, εκπαιδευτικού, ποιητή και συγγραφέα πολλών σχολικών βιβλίων. Έγραψε τα ποιήματα κατά παραγγελία και επ’ αμοιβή! Τα πούλησε στον Νώντα Έλατο».

Να σημειώσουμε ότι «η μεταξική δικτατορία δεν επέτρεπε στο μεγάλο μας ποιητή να δημοσιεύσει τίποτε με το δικό του όνομα». Στο Αρχείο Βάρναλη υπάρχει η σχετική αλληλογραφία που τεκμηριώνει την αγοραπωλησία. Το μόνο ποίημα που δημοσιεύθηκε με το όνομα του Κ. Βάρναλη [στο περιοδικό «Καλλιτεχνικά Νέα» το Σάββατο 1 Γενάρη 1944] είναι:

Ο ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΣ

ΑΥΓΗΝ αυγή / και μόλις βγει / στον ουρανό
το γαλανό / απ’ το βουνό του ήλιου ο δαυλός
από κοντά / τον χαιρετά / με λαγαρή
φωνή αργυρή / ο ψάλτης ο κορυδαλλός

ΕΤΣΙ κ’ εσύ / Νιότη χρυσή, / όλη χαρά
με τα φτερά / της φαντασιάς στα ουράνια πέτα.
με λαγαρή / φωνή αργυρή / σαν τον τρελό
κορυδαλλό / τον Ηλιο, τη Ζωή χαιρέτα.

 

Κλείνουμε την αναφορά μας στην παιδική λογοτεχνία του Κώστα Βάρναλη με ένα ακόμη ποίημά του μεταγενέστερο. Το 1967 υιοθετεί τη δίχρονη Ευγενία, για την οποία γράφει τον Αύγουστο του 1970 το παρακάτω ποίημα:

Ευγενία μου, Πρώτη Δημοτικού

 

Λαχτάρα μου κι απαντοχή κι ανθέ του μαλαμάτου,

δευτεροζώ κι είναι δικιά σου η ανάσα π’ ανασαίνω.

Ξαλάφρωσες τα χρόνια μου απ’ τα βάρη των κριμάτων

και με ξανάκανες παιδάκι, αμάθητον του κόσμου,

χωρίς αφέντη απάνου κάτου κι όχτρητα και ψέμα,

χωρίς «δικό μου» και «δικό σου», όλα δικά παιχνίδια!

Κορούλα μου, αδερφούλα μου και μάνα μου, τα πάντα,

σαν τον φιλάς κλαίει ο παππούς από χαρά και φόβο.

Θα μου τα κλείς’ η μαύρη νύχτα, σας εγώ θα βλέπω

ψέμα ποτές σου να μη λες, τον ίσο να βαδίζεις

—στην ομορφιά, στην αρετή, στα γράμματα εσύ πρώτη.

Κι άμα σε βρει κακοκαιριά και χρειάζεσαι αποκούμπι,

σας’ αγόρι, σας’ αδερφάκι σου, απαράλλαχτο με σένα,

τίμιο κι αγνό, θα σε κρατάει με το γερό του χέρι

σας τα στερνά γεράματα, πάντα παιδιά μεγάλα…

Άστρον λαμπρόν σας οδηγεί το θάμα σας Μητέρας

μαθαίνει σας να ντρέπεστε, αλλά να μη φοβάστε.

 

 

Ο Κώστας Βάρναλης, λυρικός ιδεολόγος δημιουργός, μεγάλη βαρύτητα δίνει στην παιδική ηλικία,  παλεύοντας  για  την αλλαγή του κόσμου.

 

Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά  την αγορά, να επισκέπτεται  οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.

 

 

Share With:
Rate This Article

jimbouzaras@gmail.com

No Comments

Sorry, the comment form is closed at this time.