Μιχαήλ Άγγελος – Δαυίδ – Γράφει ο Μπουζάρας Δημήτρης.
Μιχαήλ Άγγελος
Δαυίδ
Γλυπτική, μάρμαρο, ύψος 4μέτρα και 34 εκατοστά.
Το γλυπτό βρίσκεται στην Galleria dell Accademia.
Με αυτό το έργο, ο καλλιτέχνης έφερε μια μεγάλη τομή στην παράδοση, η οποία είχε συνδεθεί με τον Δαυίδ.
Στη συγκεκριμένη απόδοση του πασίγνωστου Ισραηλίτη πολεμιστή, δεν παρουσιάζεται το κεφάλι του Φιλισταίου Γολιάθ. Δεν υπάρχει πουθενά ίχνος του μεγαλόσωμου αντιπάλου. Ο καλλιτέχνης μας ωθεί να φανταστούμε την εικόνα στην απέναντι πλευρά.
Ο Μιχαήλ Άγγελος, επέλεξε να παρουσιάσει μια άλλη στιγμή του πολεμιστή.
Αποφάσισε να παρουσιάσει το μαχητή, στιγμές πριν τη μάχη, πιθανώς, τη στιγμή που οι Ισραηλίτες στη θέα του γιγάντιου Γολιάθ δειλιάσαν, ένιωσαν υποτιμητικά, όπως συνήθως ένιωθαν όταν οι Φιλισταίοι τους χλεύαζαν.
Τούτο για να τονίσει τη δύναμη του συναισθήματος του Δαυίδ, η οποία όπλισε το χέρι του, γέμισε με θάρρος την καρδιά του και έστειλε με αποφασιστικότητα, θάρρος και ψυχραιμία, την πέτρα στο κέντρο του μετώπου του εχθρού.
Ο καλλιτέχνης τήρησε στο ακέραιο τα πρότυπα της αρχαίας παράδοσης και απέδωσε τον ήρωα σε στάση “contrapposto”.Παρατηρούμε πως το δεξί χέρι του Δαυίδ, πέφτει με χαλαρότητα και αντιστοιχίζεται με το αριστερό του πόδι, το οποίο επίσης, είναι χαλαρό.
Από την άλλη, τόσο οι μύες όσο και οι τένοντες είναι σε πλήρη ανάπτυξη, δηλώνοντας την πλήρη ετοιμότητα και αποφασιστικότητα του ήρωα, την πίστη και την ισχυρή του βούληση, επίσης, παρατηρούμε πως δε λειτουργούν αυτόνομα.
Η σφεντόνα δεν είναι ορατή από εμπρός, μιας και κρύβεται στην πλάτη του Δαυίδ, ενώ το βλέμμα του, δηλώνει μια συγκέντρωση της προσοχής σε αυτό το ένα χτύπημα, τη μια και μοναδική βολή, εκείνη, που θα αλλάξει τον κόσμο του για πάντα.
Μετά την ολοκλήρωση του έργου, μια επιτροπή επιφανών καλλιτεχνών έκρινε πως θα έπρεπε να τοποθετηθεί σε κεντρικό μέρος, μπροστά δηλαδή στο Palazzo Vecchio, στο Δημαρχείο.
Η απόφαση εκείνη ήταν πρωτοποριακή και με μεγάλο συμβολισμό.
Πρωτοποριακή διότι το συγκεκριμένο, είναι το πρώτο γυμνό άγαλμα, τέτοιου μάλιστα μεγέθους που εκτέθηκε δημόσια και τούτο, έγινε διότι ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν ένας πολύ μεγάλος καλλιτέχνης την εποχή εκείνη με ευρεία αποδοχή, ο οποίος δημιούργησε για τη Φλωρεντία -μια ουσιαστικά πολιτική κοινωνία- ένα σύμβολο.
Ένα σύμβολο, που αντιπροσώπευε όλα τα ιδεώδη της, που συμβόλιζε επίσης, πως η κοινωνία αναγνώρισε και κατανόησε τη δύναμη του, η οποία αντιπροσώπευε τη Φλωρεντία των Μεδίκων, μια μικρή αλλά δυνατή πόλη, η οποία δεχόταν συνεχώς απειλές.
Τέλος, ας σημειώσουμε πως οι πολίτες της Φλωρεντίας θεωρούσαν προστάτη τον Δαυίδ, όπως επίσης και τον Ηρακλή.
Το βιβλίο αυτό απευθύνεται κυρίως στους ελληνόφωνους σπουδαστές τεχνοϊστορικών κατευθύνσεων που ολοκληρώνοντας τις προπτυχιακές τους σπουδές έχουν ελάχιστη εξοικείωση με επιστημολογικά θέματα του γνωστικού τους πεδίου: έχει σκοπό να συμβάλει στην κατανόηση των δομών, των σκοπών και των μεθόδων της επιστήμης της ιστορίας της τέχνης. Στον δυτικό κόσμο ολοένα και περισσότεροι ιστορικοί της τέχνης ασχολούνται με τη μεθοδολογία της επιστήμης τους, τάση που έχει τις απαρχές της στους σημαντικούς ιστορικούς της τέχνης του φιλοσοφικού-εξηγητικού ερμηνευτικού συστήματος των αρχών του 20ου αι. Νεότερες και σύγχρονες μελέτες καταδεικνύουν εγχειρήματα καταγραφής αφηγημάτων για την ιστορία της ιστορίας της τέχνης, ανθολόγησης θεωρητικών και μεθοδολογικών κειμένων με κριτικούς σχολιασμούς, ή και αναλύσεων των μεθόδων του μοντέρνου και μεταμοντέρνου παραδείγματος, στο πλαίσιο των οποίων η καταγραφή της ιστορίας της τέχνης ακολούθησε εντελώς διαφορετικές μεθόδους.
Η Ελένη Γέμτου γεννήθηκε το 1968 και αποφοίτησε από τη Σχολή το 1986. Πήρε το πτυχίο της και το 1993 το ΜΑ από το τμήμα Κλασικής Αρχαιολογίας του Ludwig Maximilian Universität Μονάχου. Εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή με αντικείμενο την Ιστορία της Τέχνης στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ και απέκτησε το διδακτορικό της το 2001. Εξελέγη Επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει εργαστεί σε μουσεία, εκπαιδευτικούς οργανισμούς, ενώ υπήρξε για πολλά χρόνια υπεύθυνη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων του οίκου δημοπρασιών Christies στην Αθήνα. Από το 2005 διδάσκει στο ΙΦΕ (πρώην ΜΙΘΕ) του ΕΚΠΑ, αρχικά ως λέκτορας και στη συνέχεια ως επίκουρη καθηγήτρια. Αντικείμενο της είναι η Ιστορία της Τέχνης με έμφαση στη σχέση Τέχνης και Επιστήμης, αλλά και η μεθοδολογία της Ιστοριογραφίας της Τέχνης. Έχει συμμετάσχει σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια. Επίσης, έχει δημοσιεύσει επιστημονικά άρθρα σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά περιοδικά.
Η Πολιτιστική Ολυμπιάδα είναι ένας ιστορικός και διεθνούς σημασίας καλλιτεχνικός θεσμός και αποτελεί «τον πυλώνα του Ολυμπιακού Κινήματος». Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε εδώ έγινε σε βάθος και με βάση αυτήν επισημαίνονται τα λαμπρά έργα πολιτισμού, αλλά και οι τραγικές αστοχίες, εξετάζονται οι επιπτώσεις της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας στην κοινωνία και στον πολιτισμό και διερευνάται η κληρονομιά της στη μετα-Ολυμπιακή Αθήνα. Βασικός άξονας της έρευνας είναι ο «Πολιτισμός», τόσο στον τομέα των εκδηλώσεων και των ποικίλων πολιτιστικών δράσεων, όσο και στο επίπεδο των πολιτιστικών υποδομών και θεσμών. Διερευνά δηλαδή τα Ολυμπιακά έργα πολιτισμού και τις Ολυμπιακές πολιτιστικές δράσεις, που έλαβαν χώρα στην Ολυμπιάδα της Αθήνας από το 2001 μέχρι το 2004, με ορισμένες αναγκαίες αναφορές στην ιστορία, αλλά και σε άλλες όψεις των Αγώνων με πνευματικό περιεχόμενο. Η κριτική που ασκείται στα πεπραγμένα της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας είναι έντονη και προέρχεται από πολλές πλευρές και αυτό οφείλεται στην έλλειψη ενός στρατηγικού σχεδιασμού και στην αδυναμία διαχείρισης του πολιτιστικού Ολυμπιακού αποθέματος. Ωστόσο, παραμένουν ζωντανές στη μνήμη των Ελλήνων ορισμένες πολιτιστικές δράσεις υψηλής ποιότητας και απαράμιλλης αισθητικής ομορφιάς, που είναι μάρτυρες μιας μεγάλης υπερεθνικής προσπάθειας.
Η Παναγιώτα Μ. Παπανικολάου σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Συνέχισε τις σπουδές της στις Τέχνες και στην Πολιτισμική Διαχείριση στο Λονδίνο. Είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και διδάσκει σε πανεπιστημιακά ιδρύματα της Ελλάδας. Ασχολείται ερευνητικά με την Ιστορία της Τέχνης και τη Διαχείριση του Πολιτισμού.
Οι απόψεις του εκάστοτε άρθρου, αντικατοπτρίζουν την προσωπική άποψη του συντάκτη. Προτείνουμε, ο εν δυνάμει αναγνώστης, αφενός να προβαίνει σε έλεγχο αγοράς, για την εύρεση της πιο συμφέρουσας τιμής, αφετέρου κατά την αγορά, να επισκέπτεται οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο, ώστε να ελέγξει από μόνος του, κατά πόσο το συγκεκριμένο ανάγνωσμα, καλύπτει τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα του.